Κορονοϊός: Πότε αναμένεται να φανεί αν θα έχουμε νέα διασπορά στη χώρα

Οποιασδήποτε τυχόν νέα αύξηση κρουσμάτων μετά την άρση των μέτρων θέλει 15 με 20 ημέρες τόνισε ο Σωτήρης Τσιόδρας κατά την αποψινή του ενημέρωση και πρόσθεσε πως «είμαστε χαρούμενοι γιατί η πρώτη άρση των μέτρων συνοδεύεται με μια καλή πορεία προς το παρόν».

Όπως τόνισε, αυτό που συμβαίνει σήμερα, είναι μια επιτυχία όλων μας, που προσπαθήσαμε να τηρήσουμε τα μέτρα και αποκάλυψε πως «έπεσε κατά 80% η κυκλοφορία του ιού, καθώς οι Έλληνες έδειξαν τεράστια συμμόρφωση κατά τη διάρκεια του απαγορευτικού». Ο κ. Τσιόδρας συνέστησε να περιμένουμε άλλες 15 με 20 ημέρες, για να πούμε με σιγουριά, αν οι μεμονωμένες σκηνές συνωστισμού που παρατηρήθηκαν σε παραλίες, πλατείες και Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, έχουν συμβάλει κατά κάποιο τρόπο σε νέα διασπορά του ιού.

Σε σχετική ερώτηση για το αν υπάρχουν στοιχεία, που δείχνουν ότι αρκετοί Έλληνες έχουν εκτεθεί στον ιό, ο κ. Τσιόδρας ήταν ξεκάθαρος, τονίζοντας για μια ακόμη φορά, ότι δεν θεωρεί ότι αυξήθηκε η ανοσία του πληθυσμού, καθώς υπήρξε μικρή κυκλοφορία του ιού στη χώρα. «Ούτε ανοσία της αγέλης έχουμε. Έχουμε χαμηλή ανοσία» ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε, ότι η πορεία της νόσου στη χώρα μας «είναι καλή, όπως προκύπτει και από την πορεία των δεικτών, που συνεχίζουμε να παρακολουθούμε».

Το όφελος να ανοίξουν τα σχολεία είναι μεγαλύτερο από τους κινδύνους

Ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας χαρακτήρισε ως «σύνθετο δίλημμα» το άνοιγμα των τάξεων του δημοτικού σχολείου, τονίζοντας πως κατά τη γνώμη του «το όφελος είναι μεγαλύτερο από τους κινδύνους». Ωστόσο, σημείωσε πως «ό,τι και να συστήσει η Επιτροπή ή να αποφασίσει η Πολιτεία, την καλύτερη απόφαση θα την πάρει ο καθένας για το παιδί του» με βάση και τις οικογενειακές συνθήκες στις οποίες ζει αυτό το παιδί και εάν υπάρχουν στο περιβάλλον του ηλικιωμένοι ή άνθρωποι με σοβαρά χρόνια προβλήματα υγείας.

Ο κ. Τσιόδρας πρόσθεσε, ότι η επιστήμη δεν έχει καταλήξει αν είναι 100% ασφαλές για ένα παιδί να επιστρέψει στο σχολείο, αλλά γνωρίζει πως τα παιδιά έχουν χαμηλότερες πιθανότητες να μολυνθούν από τη νόσο, νοσούν ηπιότερα και υπάρχει ένα εξαιρετικά μικρό ποσοστό -όπως και σε άλλες ιώσεις και λοιμώξεις- που ενδέχεται να κινδυνεύσουν. «Δεν μπορούμε να πούμε, ότι δεν συμβαίνει ή ότι δεν θα συμβεί σε μας, αλλά είναι πάρα πολύ σπάνιο, η πιθανότητα είναι πολύ μικρή», τόνισε.

Εξήγησε δε, ότι υπάρχουν αρκετά επιχειρήματα υπέρ του ανοίγματος των σχολείων. Όπως είπε «υπάρχει μια κρυφή ανισότητα στη μάθηση και στην εκπαίδευση, για τα παιδιά που ανήκουν στις πιο φτωχές οικογένειες, η οποία ενισχύεται σε περιόδους παύσης λειτουργίας των σχολείων. Υπάρχει ένα κόστος σε χαμένη εκπαιδευτική διαδικασία, σε χαμένη γνώση. Σε μελέτες του εξωτερικού φάνηκε, ότι αρκετά παιδιά είτε δεν είχαν καλή πρόσβαση στα μαθήματα, είτε δεν τα παρακολουθούσαν τα διαδικτυακά μαθήματα. Επίσης, αναγνωρίζονται όλο και περισσότερες επιπτώσεις του απαγορευτικού στην πνευματική και ψυχική κατάσταση των μαθητών, με εμφάνιση άγχους και απομόνωσης από τους φίλους τους και εθισμού στο διαδίκτυο. Επίσης υπάρχουν οικονομικοί λόγοι που αφορούν τους γονείς και την κοινωνία».

Επίσης, σημαντική παράμετρος όπως είπε ο κ. Τσιόδρας, είναι να γνωρίζει κάποιος, τι θα κάνει το παιδί που δεν θα πάει σχολείο. Αν είναι σπίτι σε απομόνωση, σαφώς και είναι πιο ασφαλές, τόνισε, απ’ ότι αν συναντά τους φίλους του και μη τηρώντας τα μέτρα, παίζει στη γειτονιά και στις πλατείες, καθώς έτσι εκτίθεται σε ένα περιβάλλον λιγότερο ασφαλές.

Αποτελεσματικό εμβόλιο στο τέλος του 2020 αρχές του 2021

Ο κ. Τσιόδρας αναφερόμενος στα νεότερα στοιχεία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας που έχουν να κάνουν με την παραγωγή ενός αποτελεσματικού εμβολίου κατά του κοροναϊού, είπε ότι ήδη δοκιμάζονται οκτώ διαφορετικά εμβόλια σε 10 κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους, κάποιες από τις οποίες βρίσκονται σε φάση ΙΙ. Μιλώντας για την πιο πρόσφατη προσπάθεια που γίνεται από το Εθνικό Ίδρυμα Υείας των ΗΠΑ, είπε ότι το εμβόλιο αυτό βασίζεται σε μία νέα τεχνολογία και έχει ως στόχο να χορηγείται σε ανθρώπους ηλικίας 55 έως 70 ετών και από 71 ετών και άνω σε δύο δόσεις με διαφορά 4 εβδομάδων.

«Στους συμμετέχοντες χορηγήθηκαν δύο διαφορετικές δόσεις του εμβολίου. Στην υψηλότερη δόση παρατήρησαν πιο ισχυρά αντισώματα. Βέβαια οι ερευνητές πάντα επιλέγουν την χαμηλότερη δόση, που προκαλεί λιγότερες παρενέργειες», ανέφερε ο κ. Τσιόδρας τονίζοντας ότι μεγαλύτερες μελέτες θα ξεκινήσουν μέσα στον Ιούλιο με 600 άτομα. Αν όλα πάνε καλά «τέλος του έτους ή αρχές του επόμενου έτους θα έχουμε αποτελέσματα» είπε. Ωστόσο επεσήμανε, ότι ακόμη κι αν βγει ένα εμβόλιο, θα αργήσει πολύ, ώστε να είναι διαθέσιμο σε όλους.

 

 

news

πηγή

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ