Τι είναι ο ιός Oropouche: Τα πρώτα κρούσματα της τροπικής λοίμωξης που καταγράφηκαν στην Ευρώπη – «Καμπανάκι» από το ECDC
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ευρωπαϊκoύ Κέντρου Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC), από τον Μάιο του 2024 έχουν παρουσιαστεί κρούσματα της νόσου του ιού Oropouche που έφτασαν στην Ευρώπη από την Κούβα. Όπως αναφέρει το Εurosurveillance, ένα ιατρικό περιοδικό ανοικτής πρόσβασης που καλύπτει την επιδημιολογία στην Ευρώπη, η Ιταλία και η Ισπανία έχουν αναφέρει από 3 επιβεβαιωμένα κρούσματα της νόσου σε ταξιδιώτες που επέστρεψαν από την Κούβα. Υπάρχει λόγος ανησυχίας;
Η εκτίμηση του ECDC είναι ότι ο κίνδυνος μόλυνσης για τους πολίτες που ταξιδεύουν στην Κούβα είναι χαμηλός, υπό την προϋπόθεση ότι ακολουθούν τις οδηγίες δημόσιας υγείας σχετικά με τα μέτρα ατομικής προστασίας από τα τσιμπήματα των μυγών και των κουνουπιών. Επιπλέον, η πιθανότητα δευτερογενούς μετάδοσης του ιού Oropouche εντός της ηπειρωτικής Ευρώπης θεωρείται πολύ χαμηλή λόγω της απουσίας γνωστών ικανών φορέων που συναντώνται συνήθως στην Αμερική.
Το ECDC παρακολουθεί την κατάσταση μέσω της επιδημικής πληροφόρησης που του παρέχουν οι υγειονομικές αρχές των χωρών και βρίσκεται σε επαφή μαζί τους, ενώ παράλληλα, όπως αναφέρει στην έκθεσή του, προτρέπει σε αυξημένη ευαισθητοποίηση αλλά όχι σε αυξημένη ανησυχία, σχετικά με την επιδημία του ιού Oropouche στην Κούβα και τα εισαγόμενα κρούσματα στην Ευρώπη.
Πώς μεταδίδεται ο ιός Oropouche
Η Oropouche είναι μια τροπική ιογενής λοίμωξη που μεταδίδεται με τσιμπήματα από σκνίπες και κουνούπια στον άνθρωπο. Η ασθένεια προκαλείται από τον ιό Oropouche (OROV), έναν αρμποϊό της οικογένειας Bunyaviridae, μία από τις μεγαλύτερες ομάδες ιών που περιλαμβάνει πάνω από 350 ιούς που μεταδίδονται από αρθρόποδα και τρωκτικά.
Ο ιός μεταδίδεται στον άνθρωπο κυρίως με το τσίμπημα της σκνίπας Culicoides paraensis ή ορισμένων κουνουπιών Culex quinquefasciatus. Μπορεί επίσης να μεταδοθεί μεταξύ σκύλων, πρωτεύοντα θηλαστικά (λεμούριοι, μαϊμούδες κ.α.), βραδύποδες και ενδεχομένως πτηνά.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής, δεν υπάρχουν ενδείξεις άμεσης μετάδοσης του ιού από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Τα συμπτώματα
Ο πυρετός από τον ιό Oropouche αποτελεί αναδυόμενο πρόβλημα δημόσιας υγείας στις τροπικές περιοχές της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής και της Καραϊβικής. Τα συμπτώματα του πυρετού είναι παρόμοια με του δάγκειου πυρετού*:
- Αιφνίδια έναρξη πυρετού
- Πονοκέφαλος
- Πόνος στις αρθρώσεις
- Μυϊκός πόνος
Οι περισσότεροι ασθενείς αναρρώνουν εντός 7 ημερών, αν και μπορεί να εμφανιστούν σοβαρές περιπτώσεις. Προς το παρόν δεν υπάρχει διαθέσιμο ειδικό εμβόλιο ή αντιική θεραπεία.
Η πρόσφατη εξάπλωση του πυρετού Oropouche σε περιοχές που δεν είχαν προσβληθεί μέχρι πρότινος, όπως η Κούβα και η Ιταλία, υπογραμμίζει τη δυνατότητα αυτής της αρμποϊικής νόσου να επεκτείνει τη γεωγραφική της εξάπλωση, πιθανώς λόγω παραγόντων όπως η κλιματική αλλαγή και η αποψίλωση των δασών.
*Στην Ευρώπη, ο Δάγκειος αποτελεί τη δεύτερη συχνότερη αιτία εμπυρέτου (μετά την ελονοσία) σε ταξιδιώτες που επιστρέφουν από τροπικές-υποτροπικές χώρες. Στη χώρα μας, βάσει όσων αναφέρει το ΕΟΔΥ, τα τελευταία έτη έχουν καταγραφεί μόνο εισαγόμενα περιστατικά αυτών των νοσημάτων, σε περιορισμένο αριθμό, σε ταξιδιώτες που είχαν έρθει από ενδημικές χώρες του εξωτερικού. Το κλινικό φάσμα της νόσου ποικίλλει από ήπιο πυρετό, με πιθανά συνοδά συμπτώματα: κεφαλαλγία, μυαλγίες, αρθραλγίες, εξάνθημα, ναυτία, εμέτους. Περίπου το 5% των ασθενών καταγράφονται ως σοβαρές περιπτώσεις -με αιμορραγικές εκδηλώσεις ή και κυκλοφορική καταπληξία-, οι οποίες μπορεί να οδηγηθούν σε θανατηφόρο κατάληξη.
Ποσοστά θνησιμότητας
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες πληροφορίες, δεν έχουν αναφερθεί θάνατοι από τον πυρετό του ιού Oropouche. Η έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO) σχετικά με την πρόσφατη επιδημία στην Κούβα, επιβεβαιώνει ότι δεν έχουν καταγραφεί σοβαρά ή θανατηφόρα κρούσματα. Ομοίως, ένα άρθρο στο περιοδικό Viruses αναφέρει ότι ο πυρετός Oropouche δεν έχει οδηγήσει σε θανάτους. To Nature τονίζει επίσης ότι, μέχρι το 2022, κανένας θάνατος δεν είχε αποδοθεί σε αυτή την ασθένεια.
Ενώ ο πυρετός Oropouche μπορεί να προκαλέσει σοβαρά συμπτώματα, είναι γενικά μια αυτοπεριοριζόμενη ασθένεια, όπως η Νόσος των Λεγεωνάριων και η Ηπατίτιδα Α, με ποσοστό θνησιμότητας στο 0%. Παρ’ όλα αυτά, το ποσοστό αυτό μπορεί να υποεκτιμάται εάν ήπιες ή ασυμπτωματικές περιπτώσεις παραμένουν αδιάγνωστες.
Τα τρέχοντα στοιχεία λοιπόν δείχνουν ότι ο πυρετός από τον ιό Oropouche δεν έχει οδηγήσει σε θανάτους, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστούν σοβαρές επιπλοκές όπως Μηνιγγίτιδα.
Το πρώτο καταγεγραμμένο κρούσμα του ιού Oropouche σε άνθρωπο
Το πρώτο κρούσμα της νόσου του ιού Oropouche αναφέρθηκε στο Τρινιντάντ και Τομπάγκο το 1955. Σύμφωνα με το NIH (National Library of Medicine), o ιός απομονώθηκε από το αίμα ενός εμπύρετου δασεργάτη που ζούσε στο χωριό Vega de Oropouche, περίπου πέντε χιλιόμετρα βόρεια του Sangre Grande, και ταυτοποιήθηκε ως στέλεχος TRVL 9760.
Αργότερα, το 1960, ένα άλλο στέλεχος του ιού (TRVL 35111) βρέθηκε σε μια δεξαμενή κουνουπιών του είδους Coquillettidia venezuelensis στο δάσος Bush Bush του Τρινιντάντ. Αυτό το στέλεχος ήταν αντιγονικά παρόμοιο με το πρωτότυπο στέλεχος.
Η ταυτοποίηση αυτού του νέου ιού σηματοδότησε την αναγνώριση του πυρετού Oropouche από την επιστημονική κοινότητα ως αναδυόμενης αρμποϊικής νόσου στην περιοχή, αναδεικνύοντας τη σημασία του ως ζήτημα δημόσιας υγείας στη Λατινική Αμερική. Με την καταγραφή του πρώτου κρούσματος, ξεκίνησε αυξημένη επιτήρηση και έρευνα για την καλύτερη κατανόηση της επιδημιολογίας, της μετάδοσης και των κλινικών χαρακτηριστικών του πυρετού Oropouche, θέτοντας τα θεμέλια για μελλοντικές μελέτες σχετικά με αυτή την τροπική ασθένεια.
Μετά την πρώτη απομόνωση του επιβεβαιωμένου κρούσματος στο Τρινιντάντ, ο ιός ανιχνεύθηκε στη Βραζιλία το 1960, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μεγάλη επιδημία στην περιοχή του Αμαζονίου. Το γεγονός αυτό υπογράμμισε και ανέδειξε τη δυνατότητα του ιού να εξαπλώνεται και να προκαλεί σημαντικές ανησυχίες στα δημόσια συστήματα υγείας.