Madonna: Τα άγνωστα πρώτα χρόνια της ζωής της και ο ρόλος της ως παγκόσμιο είδωλο
Τα γενέθλιά της γιορτάζει η Madonna στις 16 Αυγούστου.
Η Madonna έχει ξεπεράσει τον όρο pop star και έχει γίνει ένα παγκόσμιο πολιτιστικό σύμβολο.
Είναι γνωστή για τη συνεχή ανανέωση της εικόνας και της μουσικής της ,τα πρωτοποριακά μουσικά βίντεο, την εκκεντρική και αμφιλεγόμενη προσωπικότητά της καθώς και τη χρήση πολιτικών, θρησκευτικών και σεξουαλικών συμβόλων στη δουλειά της.
Η πλειοψηφία των κριτικών έχει εγκωμιάσει τις ποικίλες μουσικές παραγωγές της, πολλές εκ των οποίων θεωρήθηκαν καινοτόμες για την εποχή τους.
Ωστόσο έχει δεχθεί δριμεία κριτική και ισχυρές αντιδράσεις από συντηρητικούς κύκλους και κυρίως από την Καθολική Εκκλησία, με την οποία έχει συγκρουστεί επανειλημμένα στο παρελθόν.
Η μουσική και το στιλ της έχουν επηρεάσει πολλούς καλλιτέχνες ανά τον κόσμο και όλες τις νεότερες pop τραγουδίστριες. Θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα πολιτιστικά σύμβολα στην ιστορία και είναι γνωστή παγκοσμίως από τα ’80s ως η «Βασίλισσα της Pop», λόγω της διαχρονικής επιτυχίας της στα μουσικά δρώμενα και της ικανότητάς της να προσαρμόζεται και να καθιερώνει νέες τάσεις στη mainstream μουσική πραγματικότητα.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής της
Η Madonna γεννήθηκε στο Bay City του Μίσιγκαν στις 16 Αυγούστου 1958. Ο πατέρας της Silvio Anthony Ciccone είναι πρώτης γενιάς Ιταλοαμερικανός με ρίζες από το Pacentro της Ιταλίας, ενώ η μητέρα της, Madonna Louise, ήταν Γαλλοκαναδικής καταγωγής.
Ο πατέρας της εργαζόταν ως μηχανικός σχεδιασμού για τις εταιρείες Chrysler και General Motors. Δεδομένου ότι η Madonna είχε το ίδιο όνομα με τη μητέρα της, τα μέλη της οικογένεια της τη φώναζαν Little Nonni.
Έχει δύο μεγαλύτερα αδέλφια, τον Anthony (γεννημένο το 1956) και τον Martin (1957), και τρία μικρότερα, την Paula (1959), τον Christopher (1960) και τη Melanie (1962).
Η Madonna μεγάλωσε με καθολικές αρχές στα προάστια του Ντιτρόιτ.
Το περιστατικό που τη σημάδεψε
Μήνες πριν πεθάνει η μητέρα της από καρκίνο του μαστού, η Madonna παρατήρησε αλλαγές στη συμπεριφορά και την προσωπικότητά της, παρόλο που δεν είχε καταλάβει το λόγο. Η μητέρα της δεν μπορούσε και δεν ήθελε να της εξηγήσει για την κατάστασή της, με αποτέλεσμα να ξεσπάει σε κλάματα όταν η Madonna την ρώταγε τι έχει. Τελικά πέθανε στην ηλικία των τριάντα ετών (1 Δεκεμβρίου 1963) και αυτό, όπως είπε η Madonna, σημάδεψε ανεπανόρθωτα τη ζωή της και την έκανε αυτό που είναι σήμερα.
Τότε στράφηκε προς τη γιαγιά της, με την ελπίδα να βρει κάποια παρηγοριά και κάποια μορφή της μητέρας της σε αυτήν. Κάθε φορά που ο πατέρας τους, τους έφερνε καινούργια οικονόμο στο σπίτι, μαζί με τα αδέλφια της επαναστατούσαν γιατί νόμιζαν ότι θα αντικαθιστούσε την αγαπημένη τους μητέρα.
Σε μία συνέντευξη με το «Vanity Fair», είπε πως έβλεπε τον εαυτό της όταν ήταν μικρή ως «ένα μοναχικό κορίτσι που έψαχνε για κάτι». «Δεν ήμουν επαναστατική με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Με ένοιαζε να είμαι καλή σε κάτι. Δεν ξύριζα τις μασχάλες μου και δεν φορούσα make-up όπως έκαναν τα υπόλοιπα κορίτσια. Όμως μελετούσα και είχα άριστους βαθμούς… Ήθελα να γίνω κάποια.»
Το 1966 ο πατέρας της παντρεύτηκε την τότε οικονόμο της οικογένειας Joan Gustafson, και έκαναν δύο παιδιά: την Jennifer (1967) και τον Mario (1968). Εκείνη την περίοδο η Madonna άρχισε να εκφράζει άλυτα συναισθήματα θυμού προς τον πατέρα της, που διήρκεσαν για δεκαετίες, και ανέπτυξε μία επαναστατική στάση.
Επαναστάτρια από μαθήτρια
Φοίτησε στα καθολικά δημοτικά σχολεία St. Frederick και St. Andrew, όπου ήταν γνωστή για τους υψηλούς βαθμούς της και την αντισυμβατική συμπεριφορά της. Έκανε τροχούς και κατακόρυφους στους διαδρόμους μεταξύ των τάξεων και σήκωνε τη φούστα της στην τάξη της, έτσι ώστε όλα τα παιδιά να δουν το εσώρουχό της.
Αργότερα, παρακολούθησε μαθήματα στο Rochester Adams High School, όπου ήταν και εκεί άριστη φοιτήτρια και μέλος στις μαζορέτες. Μετά την αποφοίτησή της έλαβε υποτροφία χορού στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Έπεισε τον πατέρα της να της επιτρέψει να πάρει μαθήματα μπαλέτου, ενώ πείστηκε από τον δάσκαλό της Christopher Flynn να ακολουθήσει μία καριέρα στο χορό.
Η εγκατάσταση στη Νέα Υόρκη
Το 1978 μετακομίζει στην Νέα Υόρκη. Είχε λίγα χρήματα και για λίγο καιρό ζούσε στην εξαθλίωση, έκανε μικρές δουλειές, εργάστηκε ως σερβιτόρα στο Dunkin’ Donuts και σε διάφορα συγκροτήματα σύγχρονου χορού.
Έχει δηλώσει για την κίνηση της στην Νέα Υόρκη: «Όταν πήγα στην Νέα Υόρκη, ήταν η πρώτη φορά που ανέβαινα σε αεροπλάνο, η πρώτη φορά που έπαιρνα ταξί, η πρώτη φορά για όλα. Και ήρθα με 35 δολάρια στο πορτοφόλι μου. Είναι το πιο γενναίο πράγμα που έκανα στη ζωή μου.»
Άρχισε να εργάζεται ως χορεύτρια για άλλους καταξιωμένους καλλιτέχνες. Αποκάλυψε ότι ένα βράδυ όταν γύριζε από μία πρόβα δύο άντρες την έσυραν σε ένα σοκάκι και με απειλή μαχαιριού την ανάγκασαν σε ασελγείς πράξεις. «Το επεισόδιο ήταν μία γεύση της αδυναμίας μου, μου έδειξε ότι ακόμα δεν μπορούσα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, ποτέ δεν θα το ξεχάσω», είπε.
Ενώ δούλευε ως χορεύτρια για τον Γάλλο Patrick Hernandez, στην περιοδεία του το 1979, γνώρισε και ερωτεύτηκε τον μουσικό Dan Gilroy και μαζί δημιούργησαν ένα ροκ συγκρότημα, το Breakfast Club , στο οποίο η Madonna τραγουδούσε και έπαιζε ντραμς και κιθάρα.
Το 1980 ή το 1981 έφυγε από το συγκρότημα και με τον πρώην σύντροφό της Stephen Bray ως ντράμερ, σχημάτισαν το δικό τους συγκρότημα, τους Emmy. Αργότερα αποφάσισε να ψάξει για δουλεία ως σόλο καλλιτέχνης. Η μουσική τους εντυπωσίασε τον DJ και παραγωγό Mark Kamins, ο οποίος κανόνισε μία συνάντηση μεταξύ της Madonna και του ιδρυτή της Sire Records, Seymour Stein.
Η αρχή της καριέρας της
Μετά την υπογραφή συμβολαίου με τη Sire, η Madonna κυκλοφορεί το πρώτο της single, «Everybody», τον Οκτώβριο του 1982 και το δεύτερο «Burning Up», το Μάρτιο του 1983, τα οποία της απέφεραν 5.000 δολάρια το καθένα. Και τα δύο τραγούδια έγιναν μεγάλες επιτυχίες στα clubs των ΗΠΑ, φθάνοντας στο Νο. 1 των «Hot Dance Club Songs» στο «Billboard».
Τον Ιούλιο του 1983 η Madonna κυκλοφόρησε τον παρθενικό δίσκο της, ο οποίος έφερε ως τίτλο το όνομά της. Για το συνολικός ήχο του άλμπουμ χρησιμοποιήθηκαν ορισμένες από τις νέες τεχνολογίες της εποχής, όπως η LinnDrum κονσόλα, το moog μπάσο και το OB-X συνθεσάιζερ.
Καθώς η φήμη της μεγάλωνε, η εμφάνιση της Madonna, ο τρόπος ντυσίματος, οι παραστάσεις και τα μουσικά της βίντεο επηρέασαν εκατοντάδες χιλιάδες κορίτσια, αλλά και γυναίκες, κάνοντας το στιλ της μία από τις μεγαλύτερες τάσεις μόδας της δεκαετίες του 1980.
Το look της Madonna δημιουργήθηκε από τον στυλίστα και σχεδιαστή κοσμημάτων Maripol και αποτελούνται από δαντελωτές μπλούζες, φούστες πάνω από κάπρι παντελόνια, δικτυωτό καλσόν, κοσμήματα σε σχήμα σταυρού και πολλά βραχιόλια.
Η Madonna ως είδωλο
Η Madonna έχει θεωρηθεί ως μία από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες της μουσικής και πλέον μία από της πιο ισχυρές γυναίκες στην ιστορία αλλά και το μεγαλύτερο gay icon. Διάφοροι μουσικοί δημοσιογράφοι, κριτικοί και συγγραφείς τη θεωρούν την πιο σημαντική γυναίκα καλλιτέχνιδα όλων των εποχών.
Ο συγγραφέας Carol Clerk έγραψε ότι η Madonna κατά τη διάρκεια της καριέρας της έχει ξεπεράσει τον όρο pop star για να γίνει ένα παγκόσμιο πολιτιστικό σύμβολο.
Το «Rolling Stone» της Ισπανίας έγραψε ότι έγινε η «πρώτη κυρία της pop» στην ιστορία, χρόνια πριν εμφανιστεί το διαδίκτυο. «Ήταν παντού, στα πανίσχυρα μουσικά τηλεοπτικά κανάλια, στο ραδιόφωνο, σε εξώφυλλα περιοδικών ακόμα και στα βιβλιοπωλεία. Κάτι που δεν είχαμε ξαναδεί από την εποχή των Beatles».
Η Laura Barcella στο βιβλίο της «Madonna and Me: Women Writers on the Queen of Pop» (2012) εξήγησε: «Πράγματι η Madonna άλλαξε τα πάντα στο μουσικό τοπίο, από την τάση της μόδας στα ’80s μέχρι και το τι μπορούσε (ή δεν μπορούσε) μία ισχυρή pop star να πει η κάνει στα μάτια του κοινού.»
Ο Alan McGee από την εφημερίδα «The Guardian» αισθάνθηκε ότι η Madonna είναι «μια μετα-μοντέρνα τέχνη, που όμοιά της δεν πρόκειται να ξαναδούμε». Ισχυρίστηκε ακόμη ότι η Madonna και ο Michael Jackson δημιούργησαν τους όρους «βασίλισσα» και «βασιλιάς της pop». Σύμφωνα με το «Forbes» και άλλα δημοσιεύματα, η Madonna είναι πολιτιστικό έμβλημα και αναμφίβολα μία από τις πιο επιτυχημένες καλλιτέχνιδες όλων των εποχών.