Κορονοϊός: Πότε θα απαλλαγούμε από τις μάσκες;
Πολύχρωμες υφασμάτινες, χειρουργικές ή διπλές: Εδώ και περίπου ένα χρόνο η μάσκα έχει μετατραπεί σε αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας. Πότε θα αλλάξει αυτό;
Θυμάστε όλοι τις αρχές της πανδημίας του κορονοϊού; Όταν ακόμη το Α και το Ω στον αγώνα κατά του «αόρατου εχθρού» ήταν η τήρηση των αποστάσεων και το καλό πλύσιμο των χεριών; Μάσκες δεν χρειάζονται όλοι, δήλωνε ο γερμανός υπουργός Υγείας Γενς Σπαν.
Συγκεκριμένα μέχρι τις αρχές του περσινού Απρίλη οι γερμανοί πολιτικοί δεν ήθελαν ούτε να φανταστούν την υποχρεωτική χρήση μάσκας. Και σε αυτό συμφωνούσαν σε επίπεδο τοπικής, αλλά και ομοσπονδιακής πολιτικής, δήλωνε τότε ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ.
Ένα χρόνο αργότερα και μετά από μερικές έρευνες παραπάνω η κατάσταση είναι πια αρκετά διαφορετική. Οι πρώτες χειροποίητες μάσκες ήταν το πρώτο βήμα, ελλείψει των ειδικών στην αγορά. Μετά την καθιέρωση των χειρουργικών και των διπλών ή FFP2 όμως πριν από μερικούς μήνες, οι πολύχρωμες, υφασμάτινες μάσκες είναι σχεδόν… πασέ στη χώρα. Και μάλλον κανείς δεν μπορεί πλέον να διανοηθεί πως θα επιστρέψουν.
Και τώρα, με τον δείκτη θετικότητας στην Γερμανία να μειώνεται διαρκώς, πέφτοντας μάλιστα σε ορισμένα κρατίδια υπό το 35, επανέρχεται το ερώτημα: Πότε θα σταματήσουμε επιτέλους να φοράμε μάσκες;
«Το ζήτημα θα τεθεί το νωρίτερο, όταν οι εμβολιασμοί αγγίξουν το 70-80%», υπογραμμίζει ο λοιμωξιολόγος Φρίντεμαν Βέμπερ από το Πανεπιστήμιο του Γκίσεν. Και με αυτό εννοεί τους πλήρως εμβολιασμένους. «Βρισκόμαστε ακόμη εν μέσω μίας πανδημίας και δεν γνωρίζουμε πως θα εξελιχθεί η κατάσταση με τις μεταλλάξεις του ιού».
Όπως επισημαίνει η μέχρι τώρα τακτική θα πρέπει να συνεχιστεί, καθώς «θα ήταν εξαιρετικά λανθασμένο και κοντόφθαλμο ένα μήνυμα προς τους πολίτες ότι θα σταματήσει η χρήση της μάσκας σε εμπορικά καταστήματα». Άλλωστε, εξηγεί, πως η χρήση της είναι ένα μέτρο εύκολα υλοποιήσιμο, με μεγάλη όμως σημασία αναφορικά με την εξάπλωση του ιού.
Σύμφωνα με δημοσίευση του γερμανού λοιμωξιολόγου Κρίστιαν Ντόρστεν στο επιστημονικό περιοδικό Science η υψηλότερη μεταδοτικότητα του κορονοϊού εντοπίζεται περίπου μία με τρεις ημέρες πριν από την εμφάνιση συμπτωμάτων. Αυτό σημαίνει πως ο φορέας δεν έχει καταλάβει ακόμη ότι έχει μολυνθεί και ότι μπορεί να μεταδώσει τον ιό και σε άλλους. Και εκεί είναι που έρχεται η μάσκα για να σώσει την κατάσταση.
Επιπλέον ο κίνδυνος μόλυνσης σε κλειστούς χώρους που δεν αερίζονται καλά αυξάνεται. Έτσι, σύμφωνα με τον Γκέρχαρντ Σόιχ, πρώην πρόεδρο της Διεθνούς Εταιρείας Μολύνσεων από σωματίδια του αέρα, το πρώτο στάδιο απόσυρσης της μάσκας θα είναι σε κάθε περίπτωση εξωτερικοί χώροι. Από την άλλη, σε μεγάλα θέατρα, μουσεία, πισίνες και γήπεδα ο κίνδυνος εξάπλωσης του κορωνοϊού είναι σαφώς μικρότερος σε σχέση με τα μικρά καταστήματα. Βέβαια και εκεί υπάρχουν εξαιρέσεις, όπως ασανσέρ, αποδυτήρια και οι τουαλέτες: «Εκεί θα πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι ο εξαερισμός επαρκεί», σύμφωνα με τον Σόιχ.
Μάλιστα τα ασανσέρ είναι ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα στα οποία αναφέρεται: «Εδώ υπάρχουν περίπου δύο κυβικά μέτρα αέρα. Αν είναι και δυο άνθρωποι μέσα αυτός μειώνεται ακόμη περισσότερο». Και όπως αναφέρει, ακόμη και κατά τη διάρκεια μιας σύντομης χρήσης, ο ιός θα μπορούσε εύκολα να μεταδοθεί, ακόμη κι αν ο φορέας δεν είναι μέσα, καθώς, εφόσον ο χώρος δεν έχει εξαερισμό «το μολυσμένο σύννεφο παραμένει μέσα».
Συνεπώς θα πρέπει μάλλον να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι οι μάσκες θα παραμείνουν προς το παρόν αναπόσπαστο κομμάτι στην καθημερινότητά μας. Ο διευθυντής στο τμήμα πνευμονολογίας του νοσοκομείου Charité στο Βερολίνο Κρίστιαν Βιτ μάλιστα κάνει την εξής πρόβλεψη: «Οι μάσκες είναι ένα βασικό μέτρο προστασίας από την εξάπλωση του κορονοϊού και αυτό θα παραμείνει. Ακόμη και για τους εμβολιασμένους, ιδίως όταν αρχίσει να μειώνεται η δράση του εμβολίου με την πάροδο του χρόνου».
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)