Τα αντικαταθλιπτικά δεν είναι αθώα χάπια σαν ένα παυσίπονο
Τα αντικαταθλιπτικά δεν είναι αθώα χάπια που μπορούμε να τα παίρνουμε όπως θα παίρναμε χωρίς δεύτερη σκέψη ένα παυσίπονο επειδή π.χ. έχουμε πονοκέφαλο.
Ούτε αποτελούν τη γρήγορη λύση για κάποιον που βιώνει δυσκολίες, όσο και αν η λήψη τους φαντάζει ελκυστική. «Τα αντικαταθλιπτικά δεν είναι πανάκεια» τονίζει η Δρ. Jane Erb, ψυχίατρος, καθηγήτρια ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Harvard και διευθύντρια του προγράμματος Συμπεριφορικής Υγείας στο Πρόγραμμα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας στο νοσοκομείο Brigham and Women’s Hospital.
«Καμία επιστημονική απόδειξη δεν έχει αποκλείσει ότι τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα που λαμβάνονται για σύντομο χρονικό διάστημα θα μπορούσαν να αποτρέψουν κάποια μελλοντική υποτροπή στην περίπτωση άγχους, όπως η διαταραχή μετατραυματικού στρες» επισημαίνει η ειδικός.
Άλλωστε για να δράσει η αντικαταθλιπτική αγωγή απαιτούνται 2-4 εβδομάδες και ο ασθενής θα πρέπει να ενημερώνεται για τον απαιτούμενο χρόνο εμφάνισης θεραπευτικού αποτελέσματος.
Τι άλλο πρέπει να γνωρίζουμε σε ότι αφορά την αγωγή με αντικαταθλιπτικά:
δεν γίνεται να τα ξεκινά κανείς και να τα διακόπτει κατά τη βούλησή του – αυτό το ρυθμίζει ο γιατρός
μπορεί να είναι αναποτελεσματικά για ήπια καταθλιπτικά επεισόδια – έχει φανεί ότι δρουν κυρίως σε σοβαρά περιστατικά κατάθλιψης
χρειάζονται χρόνο για να δράσουν, τουλάχιστον έξι εβδομάδες για τους περισσότερους ανθρώπους,
πιθανώς να χρειαστεί αναπροσαρμογή της δόσης, κάτι που θα ρυθμίσει ο γιατρός
όπως κάθε φάρμακο, τα αντικαταθλιπτικά δεν έρχονται χωρίς πιθανές παρενέργειες, οι οποίες περιλαμβάνουν από ναυτία και στυτική δυσλειτουργία, αύξηση του σωματικού βάρους και διαταραχές στον ύπνο, μέχρι επιδείνωση συμπτωμάτων όπως το άγχος και η θλίψη. Ο ασθενής πρέπει να ενημερώνεται γι αυτά ώστε να μην απογοητεύεται όταν εμφανιστούν.
η απότομη διακοπή του φαρμάκου μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα στέρησης όπως έντονη κατάθλιψη, κόπωση, ευερεθιστότητα, διάρροια, αϋπνία, ζάλη.
Και αν πράγματι πρόκειται για κατάθλιψη;
Μπορείτε και πρέπει να συζητήσετε με τον γιατρό σας σε περίπτωση που νιώθετε υπερβολική θλίψη ή άγχος σε μια δύσκολη περίοδο. Τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να αποτελούν μια θεραπεία, όχι απαραιτήτως την πρώτη επιλογή. «Θυμηθείτε ότι η θλίψη μπορεί να είναι μια υγιής αντίδραση», σημείωσε η Δρ. Erb, αναφερόμενη στη σημασία της αξιολόγησης μιας κατάστασης. Για μια κατάθλιψη παροδικού χαρακτήρα, επί παραδείγματι, παρεμβάσεις για τη βελτίωση του ύπνου, την αύξηση της αθλητικής δραστηριότητας και υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών θα μπορούσαν να βοηθήσουν.
Για την Δρ. Erb, ένας άνθρωπος με βαθιά θλίψη και αίσθημα απελπισίας που τον κάνουν να σκέφτεται πως θα ήταν καλά να μην ξυπνήσει την επόμενη ημέρα, πιθανώς χρήζει φαρμακευτικής αγωγής, έστω και αν πρόκειται για προσωρινή κατάθλιψη. Το ίδιο και στην περίπτωση κάποιου που δεν παρατήρησε διαφορά παρά τις αλλαγές στον τρόπο ζωής και την ψυχοθεραπεία.
Πόσο μπορεί να διαρκέσει η αντικαταθλιπτική αγωγή;
Μετά την άμβλυνση των συμπτωμάτων, ξεκινά ένα «ρολόι θεραπείας». Θα πρέπει να μην υπάρχουν συμπτώματα για έξι έως εννέα μήνες προτού γίνει κάποια μείωση στη δόση του φαρμάκου, ενώ είναι στην ευχέρεια του γιατρού να αποφασίσει αν πρέπει να γίνει διακοπή της αγωγή ή συντήρηση με μικρότερη δόση.
Ένα κλειδί για να ενισχύσετε την αποτελεσματικότητα της αγωγής, είναι η επιστροφή στις δραστηριότητες που σας δίνουν σκοπό και σας προσφέρουν ευχαρίστηση.