Αυτός ήταν ο Σαλονικιός του Στράτου Διονυσίου που έτρεμαν όλοι

Όσοι από τους θαμώνες γνώριζαν ποιος ήταν, ήξεραν ότι μετά την είσοδο του στο μαγαζί θα ήταν καλό το βλέμμα τους να μη διασταυρωθεί με το δικό του. Όσοι δεν είχε τύχει να μάθουν για το ποιόν του, διαπίστωναν γρήγορα περί τίνος επρόκειτο από τη βαριά ατμόσφαιρα και τα τρομαγμένα πρόσωπα που προκαλούσε απλώς και μόνο η παρουσία του.

Κι αν κάποιος είχε τσούξει ένα ποτηράκι παραπάνω και νόμιζε ότι τον παίρνει για… μαγκιές, θα ένιωθε με επώδυνο τρόπο στο πετσί του ότι ο νεοεισελθών δεν μπήκε στο νυχτερινό κέντρο για καλό…

Το παρουσιαστικό του θα μπορούσε να ξεγελάσει, αλλά θα έπρεπε να ήταν μεγάλη η θολούρα για να παραφερθεί κανείς, αφού ο γοητευτικός γενειοφόρος άνδρας συνήθιζε να αφήνει το όπλο πάνω στο τραπέζι προκειμένου να «δηλώσει» εξαρχής ποιος είναι το αφεντικό. Δεν είχε καμία αναστολή να «μαρκάρει» με οποιοδήποτε τρόπο την περιοχή του. Και όταν έπεφτε η νύχτα περιοχή του ήταν απ’ άκρη σ’ άκρη όλη η Θεσσαλονίκη.

Ήταν ο νταής της πόλης, ο διαβόητος «Σαλονικιός». Ο τελευταίος άνθρωπος με τον οποίο θα ήθελες να μπλέξεις τη δεκαετία του ’70 στη Θεσσαλονίκη.

Γεννημένος στο Κολλινδρό Πιερίας, ο κατά κόσμον Γιάννης Γκουλιόβας εξελίχθηκε σε κακοποιό ολκής, ξεκινώντας την καριέρα του στο έγκλημα το 1965, όταν συνελήφθη πρώτη φορά για κλοπή μοτοσυκλέτας.

Μόνιμος τρόφιμος των αναμορφωτηρίων και των φυλακών, έχτισε πολύ γρήγορα το μύθο του ως «προστάτης» και νταβατζής. Σκληρός και αδίστακτος, ήταν ικανός να τραβήξει πιστόλι η μαχαίρι ακόμα και για ασήμαντες αφορμές. Μπροστά στην επίδειξη ισχύος δεν λογάριαζε τίποτα και κανέναν. Το ζην επικινδύνως ήταν το σλόγκαν του. Δεν ήταν όμως επιλογή μόνο για τον εαυτό του. Και όσοι ήταν γύρω του διέτρεχαν κίνδυνο ανά πάσα ώρα και στιγμή.

Όπως οι δύο νεαρές πόρνες, που είχε υπό την προστασία του και τις «ξεζούμιζε» ερωτικά και οικονομικά. Ήταν γνωστές ως «παλλακίδες» του, καθώς τις εμφάνιζε συχνά – πυκνά στις παράνομες χαρτοπαιχτικές λέσχες, όπου εκδήλωνε το πάθος του για τον τζόγο και ειδικά για την πόκα.

Κυκλοφορώντας επιπλέον με πολυτελή αυτοκίνητα, ο Σαλονικιός έδινε στίγμα όπου κι αν πήγαινε. Οι αστυνομικές αρχές ήταν διαρκώς στο κατόπι του, καθώς το ποινικό μητρώο του ήταν «κατάμαυρο» πριν ακόμα κλείσει 30 χρόνια ζωής: Παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία, μαστροπεία, εκβιασμοί, κλοπές, ληστείες, φθορά ξένης περιουσίας, απλές και επικίνδυνες σωματικές βλάβες και αντίσταση κατά της αρχής.

Η φήμη του εξαπλώθηκε… πάσης Ελλάδος όταν έγινε γνωστή η περιπέτεια της Μπέμπα Μπλανς (Αγγελική Μούτση). Ένα βράδυ, η διάσημη τραγουδίστρια πήγε στο Αστυνομικό Τμήμα για να ζητήσει από τον αξιωματικό υπηρεσίας μια περίεργη χάρη. Ήθελε να της επιτρέψουν να κοιμηθεί μερικά βράδια εκεί, επειδή κάποιος την απειλούσε ότι θα της χαράξει το πρόσωπο.

Πηγή: menshouse.gr

 

πηγή

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ