Πνευμονολόγοι για κορονοϊό: Όχι στη διασπορά πανικού
Ψυχραιμία, έγκυρη ενημέρωση, ορθή τήρηση των μέτρων ατομικής προστασίας, αποφυγή επαφής με πιθανό κρούσμα, θα συντελέσουν, ώστε να προφυλαχθούμε σωστά και υπεύθυνα από τον νέο κορονοϊό.
Αυτό αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η πνευμονολόγος-φυματιολόγος, γιατρός Δημόσιας Υγείας Σταματούλα Τσικρικά.
«Να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά, διότι υπάρχουν πολλές πληροφορίες», όπως επίσης και fake news που «σπέρνουν» τον πανικό και τρομοκρατούν τον κόσμο, επισημαίνει στην αρχή της συζήτησης η κ. Τσικρικά. Υπογραμμίζει ότι η παγκόσμια κοινότητα έχει λάβει τα μέτρα της και η επιστημονική κοινότητα ενημερώνεται συνεχώς για τις εξελίξεις. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, διαμορφώνουν και εξαγγέλλουν τις απαραίτητες οδηγίες για την προστασία της παγκόσμιας Δημόσιας Υγείας. Στη δεδομένη χρονική στιγμή, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων χαρακτηρίζει μέτρια την πιθανότητα εισαγωγής δευτερογενών κρουσμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μέχρι στιγμής, τονίζει, τα κρούσματα που έχουν αναφερθεί στην Ευρώπη είναι πολύ λίγα και όλα φαίνεται να είναι ελεγχόμενα.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αποφάσισε ότι η επιδημία του νέου κοροναϊού στην Κίνα συνιστά έκτακτη ανάγκη δημόσιας υγείας διεθνούς ανησυχίας, δηλώνοντας ότι «η μεγαλύτερη ανησυχία είναι το ενδεχόμενο ο ιός να εξαπλωθεί σε χώρες τα συστήματα υγείας των οποίων είναι πιο αδύναμα». Ωστόσο, εκτιμά ότι δεν υπάρχει λόγος να περιοριστούν τα ταξίδια και οι εμπορικές συναλλαγές με την Κίνα.
Η χώρα μας, σημειώνει η Τσικρικά, βρίσκεται σε ένα πολύ καλό επίπεδο ενημέρωσης, η επιστημονική κοινότητα παρακολουθεί συνεχώς τις εξελίξεις, τα νοσοκομεία βρίσκονται σε ετοιμότητα, προσθέτοντας ότι υπάρχει εμπειρία από προηγούμενες καταστάσεις κορονοϊών, αλλά και από την εποχική γρίπη. Δεν είναι η πρώτη φορά, αναφέρει, που η κατηγορία αυτών των ιών προσβάλλουν τον ανθρώπινο οργανισμό. Στο πρόσφατο παρελθόν, οι κοροναϊοί MERS-CoV και SARS-CoV είχαν σημάνει αντίστοιχη υγειονομική επαγρύπνηση και λήψη αντίστοιχων μέτρων από την παγκόσμια κοινότητα.
«Δεν είναι δυνατόν να δημιουργείται πανικός, όταν η φυματίωση σκοτώνει 18 εκατ. παγκοσμίως, όταν έχουμε τη γρίπη που σκοτώνει και δεν εμβολιαζόμαστε. Πρέπει να επικρατήσει η λογική, το ξέρουμε ότι τα αναπνευστικά νοσήματα, οι πνευμονίες και οι γρίπες σκοτώνουν. Η σωστή πρόληψη είναι το κλειδί».
Η κ. Τσικρικά θεωρεί ότι πρέπει με σοβαρότητα και φειδώ να γίνονται οι δηλώσεις και η ενημέρωση να προέρχεται από τους επιστημονικούς φορείς. «Βλέπουμε ότι ενώ στην αρχή υπήρξε ομαδική πληροφορία, τώρα οι πληροφορίες είναι πιο μετρημένες και περισσότερο στοχεύουν στο να καταλάβουμε τελικά τη μεταδοτικότητα, τον χρόνο επώασης και να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι».
Όπως λέει, αν και είναι σχετικά μικρή η περίοδος εμφάνισης του νέου ιού, από τα έως τώρα δεδομένα διαφαίνεται ότι η μέγιστη περίοδος επώασης εκτιμάται 2-14 ημέρες με βάση τα προηγούμενα επιδημιολογικά δεδομένα που αφορούν τους ιούς MERS-CoV και SARS-CoV. Τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της σοβαρής λοίμωξης αναπνευστικού, όπως για παράδειγμα υψηλός πυρετός, δύσπνοια και βήχας. Η κλινική εικόνα παρουσιάζει ευρεία διακύμανση από την ήπια μορφή της νόσου, που είναι και η συνηθέστερη, μέχρι τη βαριά, η οποία δύναται να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο. Προσθέτει ότι οι ασθενείς που πάσχουν από χρόνια νοσήματα είναι πιο επιρρεπείς διότι έχουν μειωμένο αμυντικό σύστημα. Δεν υπάρχει στοχευμένη φαρμακευτική αγωγή, αλλά συμπτωματική, καθώς η χορήγηση αντιικής θεραπείας δε φαίνεται να έχει θετικά αποτελέσματα.
Κάθε ασθενής δύναται να μολύνει 1.4-2.5 ευπαθή άτομα. Ο αριθμός αυτός μπορεί να μεταβληθεί με τη συλλογή επικαιροποιημένων στατιστικών δεδομένων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η έως τώρα αναφερόμενη θνησιμότητα υπολογίζεται περίπου 3% όταν στην αντίστοιχη περίπτωση του ιού Ebola ξεπερνούσε το 90%.
Η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία, καταλήγει η κ.Τσικρικά, ενημερώνει τα μέλη της ότι θα πρέπει να παρακολουθούν συνεχώς τις εξελίξεις και να παραμένουν σε επαγρύπνηση και ετοιμότητα σχετικά με τον νέο κοροναϊό 2019-nCoV, δίνοντας σημαντική βαρύτητα σε άτομα με ταξιδιωτικό ιστορικό στις πόλεις όπου έχουν εμφανιστεί κρούσματα.