Αναβιώνουν στο Κακουργιοδικείο οι φρικτές στιγμές που βίωσε η Ελένη Τοπαλούδη
Ξεκινά την προσεχή Δευτέρα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για τη δολοφονία της 21χρονης στη Ρόδο
Η φρικτή δολοφονία της 21χρονης φοιτήτριας Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο θα αναβιώσει την προσεχή Δευτέρα 13 Ιανουαρίου στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας.
Στο εδώλιο θα καθίσουν οι δύο προφυλακισμένοι κατηγορούμενοι ως δράστες, ο 20χρονος σήμερα Αλβανικής καταγωγής και ο 22χρονος Έλληνας. Οι γονείς της άτυχης φοιτήτριας θα βρίσκονται στα έδρανα της πολιτικής αγωγής, απαιτώντας από τη Δικαιοσύνη την καταδίκη των δύο κατηγορουμένων. Όπως αναφέρει η εφημερίδα «Ροδιακή», ο κ. Τοπαλούδης μιλά πλέον για τη δική του «ισόβια καταδίκη» και εύχεται να μη βρεθεί ποτέ ξανά κανένα παιδί στη θέση της κόρης του.
Οι δύο κατηγορούμενοι θα δικαστούν με βάση το παραπεμπτικό βούλευμα, για τα κακουργήματα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και για βιασμό από κοινού της άτυχης φοιτήτριας. Στο βούλευμα οι δικαστικοί λειτουργοί περιγράφουν με λεπτομέρειες, τις μαρτυρικές στιγμές που έζησε η 21χρονη φοιτήτρια τις βραδινές ώρες της 27ης έως και τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Νοεμβρίου 2018 στην εξοχική κατοικία ενός εκ των κατηγορουμένων στην περιοχή της Λίνδου στη Ρόδο.
Σε αυτό αναφέρεται, ότι οι δύο δράστες «έδρασαν από κοινού και βάσει σχεδίου», την βίασαν, την γρονθοκόπησαν και την απείλησαν με μαχαίρι. Όταν μάλιστα η φοιτήτρια αντιστάθηκε, την χτύπησαν στο κεφάλι με ένα σίδερο, προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση, ενώ επιπλέον επιχείρησαν να τη θανατώσουν δια στραγγαλισμού.
Η νεαρή φοιτήτρια, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, έδινε μάχη για τη ζωή της και «παρά τις σχετικές έντονες παρακλήσεις της να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, οι κατηγορούμενοι επέδειξαν εμμονή στον εγκληματικό τους σχεδιασμό και μετέφεραν αυτή γυμνή στο αυτοκίνητο προκειμένου να ολοκληρώσουν το προαποφασισμένο από αυτούς κακούργημα της ανθρωποκτονίας».
Στη συνέχεια οι δράστες μετέφεραν την κοπέλα σε μια βραχώδη περιοχή του νησιού και την έριξαν από ύψος περίπου 10 μ. στη θάλασσα. «Από την ενέργειά τους αυτή, σε συνδυασμό με τις ήδη προκληθείσες στην ποθούσα σωματικές βλάβες (κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, διάχυτη εγκεφαλική αιμορραγία και οίδημα που είχαν προκληθεί από τα χτυπήματα στο κεφάλι της), οι οποίες καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια της παθούσης να κινηθεί αποτελεσματικά ώστε να επιπλεύσει, επήλθε ο θάνατός της συνεπεία πνιγμού», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο βούλευμα, στο οποίο καταλυτικό ρόλο έπαιξαν στοιχεία που προέκυψαν στο στάδιο της κύριας ανάκρισης από την άρση του απορρήτου των κινητών τηλεφώνων των κατηγορουμένων, αλλά και από το άνοιγμα των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Οι δύο κατηγορούμενοι από την πλευρά τους επικαλούνται ψυχολογικά προβλήματα. Και οι δύο υποστηρίζουν, πως ταλαιπωρούνται από τις ίδιες ακριβώς διαταραχές, όπως ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα κατά την παιδική ηλικία, έντονη επιθετικότητα κατά την εφηβεία, ενώ όπως αναφέρουν, η χρήση ναρκωτικών ουσιών τους οδήγησε σε ψυχωτικές διαταραχές.