Στηθάγχη: Προειδοποίηση για ισχαιμική καρδιοπάθεια
Η στηθάγχη είναι ο πόνος ή η δυσφορία στο στήθος, μια εμπειρία που οφείλεται σε ανεπαρκή παροχή οξυγόνου σε οποιαδήποτε περιοχή του καρδιακού μυϊκού συστήματος.
Συνήθως βιώνεται ως σφίξιμο ή αίσθηση πίεσης στην περιοχή του θώρακα. Ο πόνος ακτινοβολεί στο λαιμό, το σαγόνι, τα χέρια και την πλάτη. Μπορεί να συνοδεύεται από εφίδρωση, ναυτία και/ή δύσπνοια.
Τι προκαλεί τη στηθάγχη;
Η στηθάγχη προκαλείται από στένωση των αιμοφόρων αγγείων που τροφοδοτούν το αίμα προς την καρδιά. Το εσωτερικό τοίχωμα των αιμοφόρων αγγείων είναι επενδυμένο με ένα ενιαίο στρώμα κυττάρων που ονομάζονται ενδοθηλιακά. Το στρώμα αυτό μπορεί να καταστραφεί από την υψηλή αρτηριακή πίεση, την υψηλή χοληστερόλη, το διαβήτη και το κάπνισμα. Σε αυτά τα κατεστραμμένα ενδοθηλιακά κύτταρα, οι καταθέσεις χοληστερόλης, ασβεστίου και κυτταρικών αποβλήτων με την πάροδο του χρόνου προκαλούν στένωση του αυλού. Οταν αυτή η στένωση φτάσει σε ένα κρίσιμο σημείο του καρδιακού μυός, τότε δεν λαμβάνεται αρκετό οξυγόνο και αυτό προκαλεί πόνο ή δυσφορία, κυρίως κατά την άσκηση.
Διαφορά μεταξύ σταθερής και ασταθούς στηθάγχης
Η στηθάγχη ταξινομείται ως σταθερή στηθάγχη και ως ασταθής στηθάγχη. Η σταθερή στηθάγχη μπορεί να είναι το πρώτο σύμπτωμα υποκείμενης καρδιακής νόσου. Εδώ ο πόνος έρχεται συνήθως με την κόπωση και εξαφανίζεται με την ανάπαυση. Ο πόνος είναι προβλέψιμος και εμφανίζεται σε τακτική βάση. Η ασταθής στηθάγχη είναι πιο επικίνδυνη γιατί δεν έχει κάποιο σταθερό μοτίβο. Μπορεί να συμβεί ακόμα και σε κατάσταση ηρεμίας. Ο πόνος είναι πιο συχνός και διαρκεί περισσότερο. Η σταθερή στηθάγχη μπορεί να ανακουφιστεί με την τοποθέτηση νιτρογλυκερίνης κάτω από τη γλώσσα, ενώ η ασταθής στηθάγχη δεν ανακουφίζεται μ’ αυτόν τον τρόπο.
Διαφορά μεταξύ στηθάγχης και καρδιακής προσβολής
Η στηθάγχη προκαλείται από μερική μείωση της ροής του αίματος στους μύες της καρδιάς και δεν προκαλεί καμία μόνιμη βλάβη. Σε μια καρδιακή προσβολή ή έμφραγμα του μυοκαρδίου, υπάρχει μια πλήρης αποκοπή της ροής του αίματος που προκαλεί μόνιμη βλάβη σε συγκεκριμένη περιοχή του καρδιακού μυός. Η στηθάγχη είναι ένα προειδοποιητικό σημάδι ότι δεν είναι όλα καλά με την καρδιά και αν αγνοηθεί, μπορεί να επακολουθήσει έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Η διάγνωση της στηθάγχης
Το ηλεκτροκαρδιογράφημα, το τεστ κοπώσεως, η ηχοκαρδιογραφία και η στεφανιαία αγγειογραφία είναι μερικές από τις εξετάσεις και διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση της στηθάγχης. Οι εξετάσεις αυτές δεν είναι μόνο χρήσιμες για τη διάγνωση της στηθάγχης, αλλά επίσης και για την εξακρίβωση του βαθμού της βλάβης και για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη θεραπεία. Η πιο πρόσφατα διαθέσιμη υπερταχεία αξονική τομογραφία είναι χρήσιμη για να απαλλάξει από τη στηθάγχη ιδιαίτερα τους νεότερους σε ηλικία ανθρώπους.
Θεραπείες για τη στηθάγχη
Η θεραπεία της στηθάγχης περιλαμβάνει φάρμακα, αγγειοπλαστική και χειρουργική επέμβαση παράκαμψης. Φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι η νιτρογλυκερίνη, η οποία ανακουφίζει τη στηθάγχη διαστέλλοντας τις στεφανιαίες αρτηρίες, οι βήτα αναστολείς που μειώνουν τον καρδιακό ρυθμό και με τον τρόπο αυτό μειώνουν την ανάγκη για οξυγόνο και οι αποκλειστές διαύλων ασβεστίου που μειώνουν την πίεση του αίματος και ελαττώνουν την ισχύ άντλησης. Αν η στηθάγχη επιμένει σε πείσμα της φαρμακευτικής αγωγής, οι επεμβατικές διαδικασίες που διεξάγονται είναι η αγγειοπλαστική, όπου η αρτηρία διανοίγεται με τη χρησιμοποίηση ενός καθετήρα, ή η χειρουργική παράκαμψη, όπου μία άρρωστη αρτηρία παρακάμπτεται, χρησιμοποιώντας φλέβα από άλλο μέρος του σώματος.