Nόσος του θυρεοειδή και δυσανεξία στη λακτόζη
Με μια πρώτη ματιά, φαίνεται να μην υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ της νόσου του θυρεοειδούς και της κατάστασης που είναι γνωστή ως δυσανεξία στη λακτόζη.
Η ασθένεια του θυρεοειδούς είναι μια διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος, κατά την οποία το σώμα αναγνωρίζει λανθασμένα έναν αδένα ή ιστό όπως ο θυρεοειδής ως «εχθρό» και επιτίθεται, είτε καταστρέφοντας τον αδένα είτε προκαλώντας τη δυσλειτουργία του. Η δυσανεξία στη λακτόζη είναι μια δυσανεξία στο γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα που απορρέει από την ανικανότητα του οργανισμού να αφομοιώσει το σάκχαρο του γάλακτος. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η μια κατάσταση προκαλεί την άλλη, παρόλα αυτά υπάρχουν κάποιες σχέσεις μεταξύ τους.
Προβλήματα θυρεοειδούς
Τα προβλήματα του θυρεοειδούς περιλαμβάνουν χαμηλή παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών -που ονομάζεται υποθυρεοειδισμός- καθώς και οζίδια θυρεοειδούς, καρκίνο του θυρεοειδούς, διόγκωση του θυρεοειδούς και παραγωγή υπερβολικής θυρεοειδικής ορμόνης, που ονομάζεται υπερθυρεοειδισμός ή νόσος του Graves. Οι διαταραχές του θυρεοειδούς τείνουν να αναπτύσσονται αργά και μπορεί να είναι δύσκολο να εντοπιστούν, καθώς τα συμπτώματα ενδέχεται να είναι ασαφή στην αρχή, ενώ είναι πιθανότερο να επηρεάσουν τις γυναίκες παρά τους άνδρες. Ο υποθυρεοειδισμός και η νόσος του Graves έχουν συνδεθεί με τη δυσανεξία στη λακτόζη.
Δυσανεξία στη λακτόζη
Η δυσανεξία στη λακτόζη ή η έλλειψη λακτάσης είναι μια δυσάρεστη αλλά όχι επικίνδυνη κατάσταση, στην οποία το σώμα δεν παράγει το ένζυμο που χρειάζεται, για να αφομοιώσει τη λακτόζη του σακχάρου του γάλακτος. Οταν τα ένζυμα λακτάσης είναι χαμηλά ή απουσιάζουν, το σώμα δεν είναι σε θέση να διασπάσει τη λακτόζη στα απλά σάκχαρα που απορροφώνται στην κυκλοφορία του αίματος. Η μη επεξεργασμένη τροφή μετακινείται στο παχύ έντερο, όπου προκαλεί αέρια, φούσκωμα και διάρροια. Η δυσανεξία στη λακτόζη μπορεί να είναι μια γενετική κατάσταση, το αποτέλεσμα μιας ασθένειας ή τραυματισμού ή απλά μέρος της διαδικασίας γήρανσης.
Δυσανεξία στη λακτόζη και φάρμακα του θυρεοειδούς
Η δυσανεξία στη λακτόζη μπορεί να επηρεάσει την ικανότητά σας να παίρνετε φάρμακα θυρεοειδούς, επειδή ορισμένα παρασκευάσματα θυρεοειδούς περιέχουν λακτόζη. Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Endocrine Abstracts» το 2003, οι ερευνητές περιέγραψαν μια γυναίκα που διαγνώστηκε με υποθυρεοειδισμό. Ο γιατρός της είχε συνταγογραφήσει ένα φάρμακο που ονομάζεται θυροξίνη, αλλά σταμάτησε να το παίρνει επειδή είχε αναπτύξει σοβαρό κοιλιακό φούσκωμα. Διαγνώστηκε με δυσανεξία στη λακτόζη και χρειάστηκε να αλλάξει τη φαρμακευτική της αγωγή.
Λακτόζη και αντίσταση στη θεραπεία
Σε μια άλλη περίπτωση που αναφέρθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Thyroid» το 2006, μία ασθενής ήταν σε θέση να πάρει το φάρμακο, αλλά δεν επιλύθηκαν τα συμπτώματά της. Η δυσανεξία στη λακτόζη την εμπόδισε να απορροφήσει τη λεβοθυροξίνη της φαρμακευτικής αγωγής και συνέχισε να εμφανίζει συμπτώματα της θυρεοειδικής νόσου, παρόλο που υπήρχαν όλες οι κατάλληλες προϋποθέσεις για να υποβληθεί σε θεραπεία. Η αντίσταση στη θεραπεία ήταν ασυνήθιστο γεγονός και έτσι η ασθενής υπεβλήθη σε εξετάσεις και διαπιστώθηκε ότι έχει δυσανεξία στη λακτόζη.
Νόσος του Graves και δυσανεξία στη λακτόζη
H νόσος του Graves, μία κατάσταση στην οποία ο οργανισμός παράγει υπερβολική θυρεοειδική ορμόνη, βρέθηκε πως συνδέεται με τη δυσανεξία στη λακτόζη σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 1991 στο περιοδικό «Κλινική και Ερευνητική Ιατρική». Από τους 10 ασθενείς που διαγνώστηκαν με τη νόσο του Graves, οι εννέα είχαν δυσανεξία στη λακτόζη. Οταν θεραπεύθηκε η νόσος του Graves, επτά από τους 10 ασθενείς υποβλήθηκαν σε εξετάσεις για να αξιολογηθούν τα συμπτώματα δυσανεξίας στη λακτόζη. Τρεις ασθενείς δεν είχαν πλέον προβλήματα με την απορρόφηση της λακτόζης, ενώ τα συμπτώματα βελτιώθηκαν σε άλλους δύο.