Η Δήμητρα Λέτσιου, 21 ετών, αυτοκτόνησε σε κρατητήριο της Αθήνας
Τέλος στη ζωή της, σε κρατητήριο στο αστυνομικό τμήμα Πεντέλης, έβαλε τη Δευτέρα η 21χρονη Δήμητρα Λέτσιου από τη Βαρβάσαινα Ηλείας.
Η 21χρονη κρεμάστηκε από τα κάγκελα στο παραθυράκι της πόρτας του κρατητηρίου, χρησιμοποιώντας τα κορδόνια των παπουτσιών της.
Η 21χρονη η οποία ήταν ήδη φυλακισμένη, κρατήθηκε στο τμήμα μόνο μια ημέρα. Την επομένη αναμενόταν να γίνει μεταγωγή της στις φυλακές Κορυδαλλού, καθώς είχε διαταχθεί από τον εισαγγελέα η προσωρινή κράτηση της για ληστείες.
Οι ακριβείς συνθήκες θανάτου διερευνώνται ενώ προχθες έγινε σε βαρύ κλίμα πένθους η κηδεία της.
Το αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. διέταξε Ένορκη Διοικητική Εξέταση για να διαπιστωθεί εάν υπάρχουν ευθύνες ή όχι από την πλευρά των αστυνομικών. Ένα από τα ερωτήματα είναι γιατί δεν είχαν αφαιρεθεί τα κορδόνια από τα παπούτσια της κρατούμενης.
Η μητέρα της 21χρονης, η Χαραλαμία Λέτσιου μιλώντας στο Protothema.gr αναφέρει πως η κόρη της δεν είχε λόγο να βάλει τέλος στη ζωής της. Παράλληλα τονίζει πως η κόρη της αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας και θεωρεί απαράδκετο το γεγονός πως οι αστυνομικοί δεν αφαίρεσαν τα κορδόνια από τα παπούτσια της πριν μπει στο κρατητήριο.
«Με πήραν τηλέφωνο την Δευτέρα και μου ανακοίνωσαν τον θάνατο του παιδιού μου. -Η κόρη σας αυτοκτόνησε- μου είπαν, -κρεμάστηκε με κορδόνι-. Τα ‘χασα, δεν το πίστευα, έπεσα από τα σύννεφα, μου έδωσαν ένα άλλο τηλέφωνο να πάρω ώστε να διευθετηθούν κάποια πράγματα. Δεν θυμάμαι τίποτα, έπαθα σοκ, δεν ξέρω τι έχει γίνει και δεν πιστεύω κανένα.
Το βράδυ της Κυριακής, είχα μιλήσει μαζί της και ήταν σε καλή διάθεση, χρειαζόταν θεραπεία και έπρεπε να μεταφερθεί στο νοσοκομείο, όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο, αναρωτιέμαι ποιος ανεύθυνος άφησε το παιδί να κρατηθεί στο κελί με τα κορδόνια του παπουτσιού του. Μου έλεγε πως όλα πάνε καλά και όταν θα βγει από την φυλακή θα ξαναφτιάχναμε τις ζωές μας…» λέει απαρηγόρητη η άτυχη 60χρονη.
Η Δήμητρα μεγάλωσε με την μητέρα της και την περιουσία τους διαχειριζόταν ένας άλλος άνθρωπος τον οποίο άφησε ως διαχειριστή ο ο εκλιπών πατέρας της. «Το κοριτσάκι μου είναι ορφανό από πατέρα γιατί εκείνος έφυγε νωρίς από την παλιοαρρώστια και της στοίχισε πολύ. Ήταν η μοναδική κληρονόμος μέσα σε μια καλή περιουσία που άφησε ο σύζυγός μου. Όμως έβαλε να την διαχειριστεί ένας ξένος, που εμπιστευόταν έως τότε καθώς θεώρησε ότι θα ήταν καλύτερα για την κόρη μας αλλά και για μένα που δεν γνωρίζαμε από αυτά. Το παιδί μου το σκότωσαν όλοι μαζί, πρώτα το έμπλεξαν και μετά λίγο-λίγο της έτρωγαν την περιουσία και την ζωή. Δεν μπορώ να το πιστέψω, ήταν ότι πολυτιμότερο είχα. Μια μέρα πριν μου πουν ότι αυτοκτόνησε, μιλούσαμε στο τηλέφωνο και μου έλεγε πως θα έρθει σε μένα πίσω, στην μάνα του» λέει η μητέρα της.
Το τελευταίο γράμμα της 21χρονης πριν βάλει τέλος στην ζωή της
«Αγαπητή μαμά, Σου γράφω γιατί θέλω να ξέρεις ότι ασχέτως που τσακωνόμασταν συνέχεια, μου λείπεις, Να είσαι δυνατή, να με περιμένεις να βγω, να κάνουμε μια μεγάλη προσπάθεια να είμαστε πάλι καλά και να φτιάξουμε το σπίτι μας. Δεν θέλω να σκέφτεσαι τα κληρονομικά, μην σκας με αυτά, να σκέφτεσαι το γιατί ο μπαμπάς έκανε αυτή την επιλογή. Ούτε εγώ έχω κάτι άλλο, θα παλέψω να αποκτήσω, θα προσπαθήσω να γίνω αυτό που ο μπαμπάς ονειρευόταν. Τίποτα δεν τελείωσε ακόμα. Όσον αφορά το ταξί μην αγχώνεσαι. Άστο, ξέχνα το. Ξέρω μητέρα, κουράστηκες για να έχεις, αλλά αφού αυτό ήθελε αυτό θα γίνει. Πρέπει να σκεφτόμαστε το πώς θα ξαναφτιάξουμε την οικογένεια μας και όχι να το βάζουμε κάτω. Να μην αφήσεις το σπίτι μέχρι να βγω, μετά θα βρω δουλειά και θα είναι όλα καλά. Εγώ δεν έχω άλλον, μάνα μου είσαι, με μεγάλωσες, πόνεσες, έκλαψες και πολλά ακόμα. Κουράγιο κάνω, θα περάσουν όλα θα το δεις, Να προσέχεις την υγεία σου και τίποτα άλλο! Μου λείπεις! Εδώ στην φυλακή παλεύω κάθε μέρα, με τον εαυτό μου. Μαθαίνω να είμαι σωστή, πρώτα σε μένα και μετά οι άλλοι. Εντάξει, δύσκολα, ξε-δύσκολα έκανα λάθος και το πληρώνω. Τώρα που δεν πίνω βρίσκω σιγά-σιγά τον εαυτό μου. Λένε αν μπεις στην φυλακή χειρότερος βγαίνεις… προσπαθώ να βγω καλύτερη. Να πεις στην γιαγιά ΄’ότι μου λείπει και την αγαπώ. Να την προσέχεις. Θέλω πολύ να σας δω και εντάξει, αν μπορείς να έρθεις κάποια στιγμή, πάρε και τη γιαγιά. Αρε μάνα, Άρε γιαγιά πόσο μου λείπετε. Έχασα το σπίτι μου, έχασα την οικογένεια μου, αλλά θα βγω!»