Και 50 ελικόπτερα να διαθέταμε, δεν θα ήταν αρκετά στην Ανατολική Αττική
Για το δύσκολο έργο της κατάσβεσης μιας δασικής πυρκαγιάς, τις τεχνολογικές καινοτομίες που έχουν αναπτυχθεί έπειτα από πολυάριθμες αποστολές σε όλον τον κόσμο αλλά και τις ακραίες συνθήκες μέσα στις οποίες επιχειρούν τα πληρώματα ειδικών ελικοπτέρων βαρέως τύπου σε αποστολές πυρόσβεσης, μίλησε αποκλειστικά στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ, “Πρακτορείο 104,9 FM” ο ‘Αντι Μιλς (Andy Mills), πρόεδρος της Commercial Aviation, της εξειδικευμένης εταιρίας Erickson Incorporated. Πρόκειται για εταιρεία που διαθέτει στόλο ειδικών ελικοπτέρων αεροπυρόσβεσης (σ.σ τύπος S-64 Aircrane Helitanker) στα Πυροσβεστικά Σώματα χωρών ανά τον κόσμο που αντιμετωπίζουν δασικές πυρκαγιές, όπως η Ελλάδα.
«Όταν έχεις ανέμους με ταχύτητες 100 χιλιομέτρων/ώρα, δεν μπορείς να σβήσεις μια φωτιά. Αυτό που μπορείς να κάνεις είναι να προσπαθήσεις να τη διαχειριστείς στις άκρες, να ρίξεις αρκετό νερό σε σπίτια, δρόμους και ανθρώπους ώστε η φωτιά να σταματήσει εκεί» εξηγεί ο κ. Mιλς, ενώ αναφερόμενος στα γεγονότα του Ιουλίου στην Αττική κάνει λόγο για «τρομακτικές» συνθήκες.
«Με το ελικόπτερο μπορούμε να ρίξουμε αρκετό νερό, ώστε να σώσουμε σπίτια και ζωές. Μας έχει αναγνωριστεί ότι το καταφέραμε σε πολλές περιπτώσεις, όπως και στην περίπτωση της Αττικής, η οποία προφανώς ήταν τρομακτική περίσταση» σημειώνει, τονίζοντας με έμφαση πως επρόκειτο για περίπτωση φωτιάς που εμφάνισε ακραία εικόνα. «Καταφέραμε να το κάνουμε (σ.σ. περιορίσουμε την φωτιά) σε αρκετά σημεία, αλλά έπρεπε να αντιμετωπιστεί μια τεράστια πυρκαγιά που κινούταν πολύ γρήγορα και τέσσερα ελικόπτερα – που φυσιολογικά είναι ένας μεγάλος αριθμός, σε μια τέτοια κατάσταση- δεν ήταν αρκετά. Και 50 να διαθέταμε δεν θα ήταν αρκετά», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Commercial Aviation Erickson Inc.
Σύμφωνα με τον κ.Μιλς, στη διαδικασία κατάσβεσης δασικών πυρκαγιών οι κυριότεροι παράγοντες είναι η καύσιμη ύλη και οι καιρικές συνθήκες. «Είναι ζεστά κάθε καλοκαίρι στην Ελλάδα, όπως έχει ζέστη και στις δυτικές ΗΠΑ, οπότε οι θερμοκρασίες παίζουν τον ρόλο τους, αλλά ο μεγαλύτερος παράγοντας είναι το “φορτίο” καύσιμης ύλης, πόσο πυκνά και παχιά είναι τα καύσιμα φορτία στα δάση όπως και ο αέρας» σημειώνει, ενώ προσθέτει πως επί παραδείγματι στις δυτικές ΗΠΑ υπάρχουν το καλοκαίρι πολλές δασικές πυρκαγιές που ξεκινούν από κεραυνούς, κάτι που στην Ελλάδα συμβαίνει από τις επονομαζόμενες “ξηρές αστραπές” ή από ανθρώπινη ενέργεια.
Ως τρίτο σημαντικό παράγοντα, σύμφωνα με τον έμπειρο Αμερικανό ειδικό, θα πρέπει κάποιος να καταγράψει τον πολύ δυνατό άνεμο που έρχεται «πίσω» από τη φωτιά και την «απογειώνει». «Όταν μια φωτιά γίνει αρκετά μεγάλη, πρακτικά δημιουργεί το δικό της κλίμα. Θα δημιουργήσει ανέμους στις άκρες της, θα δημιουργήσει ακόμη και ένα φαινόμενο, που πρακτικά έχει χαρακτηριστικά κυκλώνα. Αυτό λοιπόν που συμβαίνει είναι πως όσο υπάρχει ο άνεμος από πίσω της και η καύσιμη ύλη, γίνεται πρακτικά αδύνατο να σβηστεί, με οποιονδήποτε εξοπλισμό», εξήγησε ο κ.Μιλς που αναφέρθηκε και στις εξαιρετικές ικανότητες των Ελλήνων πυροσβεστών: «Σε αυτήν την περίπτωση αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να υποστηρίξουμε τις ομάδες στο έδαφος και οι Έλληνες πυροσβέστες είναι καταπληκτικοί πυροσβέστες. Αυτό λοιπόν που κάνουμε είναι το καλύτερο δυνατό για να τους υποστηρίξουμε, καθώς προσπαθούν να δημιουργήσουν αντιπυρικές γραμμές, να βρεθούν μπροστά στη φωτιά και να τη σταματήσουν» κατέληξε το κορυφαίο στέλεχος της μοναδικής στον τομέα της αμερικανικής εξειδικευμένης εταιρίας.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Άντι Μιλς στον Σωτήρη Κυριακίδη:
ΕΡ. Σας φαίνεται κάπως περίεργο το γεγονός ότι υπάρχει «ανάγκη» να σας γνωρίσει κάποιος ως εταιρία επειδή έχετε μεγάλη εμπλοκή στη διαδικασία κατάσβεσης δασικών πυρκαγιών;
Ναι λοιπόν, υπάρχει όντως αρκετή αλήθεια σε αυτό, αφού είναι και άλλα αυτά που κάνουμε ως εταιρία. Εκτελούμε υψηλής ακρίβειας κατασκευαστικές δραστηριότητες, κατασκευάζουμε πυλώνες υψηλής τάσης, αναλαμβάνουμε εναέρια συγκομιδή ξυλείας. Αλλά είναι αλήθεια πως μεγάλο τμήμα της φήμης μας προέρχεται από το ότι είμαστε ιδιαίτερα πεπειραμένοι στην κατάσβεση δασικών πυρκαγιών.
ΕΡ. Ας πάμε όμως πίσω στο χρόνο. Πώς έγινε κ.Μιλς και σε μια εταιρεία διαμορφώθηκε η ιδέα να χρησιμοποιήσει μέσα όπως τα ελικόπτερα και για την κατάσβεση πυρκαγιών. Πότε και πώς «γεννήθηκε» αυτή η ιδέα;
Σωστή παρατήρηση. Αυτή η εταιρία ιδρύθηκε από τον Jack Erickson και προφανώς έτσι έγινε και η ονοματοδοσία και ήταν εκείνος που αρχικά ασχολήθηκε με την εναέρια συγκομιδή. Τα πρώτα ελικόπτερα που πήρε από την εταιρία Sikorsky ήταν για αυτό τον σκοπό, την εναέρια συγκομιδή. Στη συνέχεια η εταιρία ανέλαβε κάποιες αποστολές αεροπυρόσβεσης, με χρήση κουβάδων αεροπυρόσβεσης που κρέμονται με ιμάντες, στα δυτικά των ΗΠΑ, όπου όπως γνωρίζετε, έχουμε δασικές πυρκαγιές.
Το 1994 αγοράστηκαν τα δικαιώματα (σ.σ type certificate) για το συγκεκριμένο αεροσκάφος, η άδεια FAA, όπως ονομάζεται, από την εταιρία Sikorsky και έτσι η εταιρία μας έγινε ο κατασκευαστής του. Αμέσως μετά αντιληφθήκαμε πως χρειαζόμαστε μια καλύτερη λύση για την αεροπυρόσβεση με αυτό το αεροσκάφος. Είναι ένα εκπληκτικό αεροσκάφος, ιδιαίτερα γερό, φτιαγμένο για διαρκή, επαναλαμβανόμενη εργασία οπότε και αποφασίσαμε πως πρέπει να υπάρχει ένας καλύτερος τρόπος για να ρίχνεις νερό από τον αέρα, πέρα από έναν ιμάντα και έναν κουβά που είναι αυτό που κάνουν άλλα ελικόπτερα. Έχουμε το δικό μας τμήμα μηχανολογίας και έτσι σχεδιάσαμε και αναπτύξαμε το σύστημα της δεξαμενής, που βλέπει κάποιος σήμερα. Διαθέτει ένα σύστημα αναρρόφησης (σ.σ σύστημα Hover Snorkel), που επιτρέπει στο ελικόπτερο να αιωρείται πάνω από μια πηγή νερού και να ρουφάει νερό πάρα πολύ γρήγορα.
Στη συνέχεια δε και όταν αρχίσαμε να πολεμάμε δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα και στην Ιταλία, αλλά και στη Γαλλία και την Αυστραλία, μας κοινοποιήθηκε η απαίτηση να μπορούμε να χρησιμοποιούμε θαλασσινό νερό και άρα δεν ήταν εφικτό να χρησιμοποιούμε το Hover Snorkel για νερό από τη θάλασσα. Όμως, καθώς το αεροσκάφος σε αυτή την περίπτωση αιωρείται πάνω από το νερό και οι έλικες “πιέζουν” και με το κατώρευμα, εισέρχεται αέρας αλατισμένος μέσα στους κινητήρες και προκαλεί διαβρώσεις. Έτσι αναπτύξαμε το Sea Snorkel, που είναι το άλλο σύστημα αναρρόφησης και είναι τοποθετημένο πάνω στο ελικόπτερο. Είναι αυτό που συνήθως φαίνεται στις φωτογραφίες όταν επιχειρεί πάνω από μια φωτιά. Αυτό που κάνει το νέο σύστημα είναι να επιτρέπει σε ένα ελικόπτερο να πετά με ταχύτητα 15 κόμβων προς τα μπροστά και έτσι να μπορούν να γεμίζουν οι δεξαμενές πιο γρήγορα αλλά και να χρησιμοποιείται νερό από τη θάλασσα για την κατάσβεση, αυτό είναι κάτι που είναι γνωστό ειδικά σε περιοχές όπως τα νησιά της Ελλάδας. Καινοτομήσαμε λοιπόν και σε αυτό, ήμασταν η πρώτη εταιρία στον κόσμο, που καινοτόμησε και κατασκεύασε το σύστημα δεξαμενών για ελικόπτερο όπως και το Hover Snorkel. Υπάρχουν και μερικά άλλα συστήματα εκεί έξω που μοιάζουν με αυτό αλλά αυτό είναι το πρώτο, για το οποίο συνεχίζουμε να καινοτομούμε, προσθέσαμε το Sea Snorkel και κάνουμε βελτιστοποιήσεις διαρκώς. Προσθέσαμε για παράδειγμα χειρισμό με ηλεκτρονικό υπολογιστή και, πιστεύουμε, πως είναι το καλύτερο σύστημα κατάσβεσης πυρκαγιών βασισμένο σε ελικόπτερο στον κόσμο.
ΕΡ. Συνεπώς κατά κάποιον τρόπο η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες της Μεσογείου που «μάχονται» με τις δασικές πυρκαγιές με εναέρια μέσα, είναι οι κύριοι “υπαίτιοι” για το γεγονός ότι δημιουργήθηκαν τεχνολογίες αεροπυρόσβεσης, που τώρα χρησιμοποιούνται και σε άλλες χώρες στον κόσμο;
Υπάρχει δόση αλήθειας σε αυτό, ναι, δίνουμε μάχη με τις δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα σταθερά εδώ και 18 χρόνια και αναπτύξαμε το σύστημα της δεξαμενής στις ΗΠΑ για να χρησιμοποιηθεί σε δασικές πυρκαγιές μεγάλων εκτάσεων, αλλά η ανάπτυξη του συστήματος Sea Snorkel έγινε ως άμεση απάντηση στις ανάγκες κατάσβεσης δασικών πυρκαγιών στη χώρα σας και στην εγνωσμένη ανάγκη για την αναρρόφηση και χρήση θαλασσινού νερού. Έτσι βελτιώσαμε το σύστημα σε μεγάλο βαθμό, εξαιτίας των προσπαθειών μας στην Ελλάδα. Οπότε αυτό που λέτε έχει μεγάλη δόση αλήθειας.
ΕΡ. Γιατί είναι τόσο δύσκολο να χειριστεί κανείς τις δασικές πυρκαγιές; Είναι τόσο δύσκολο να σβηστούν ακόμη και με τη χρήση των πλέον εξελιγμένων τεχνολογικά συστημάτων, όπως και με τη δραστηριότητα έμπειρων πιλότων; Ποιες είναι οι προκλήσεις που υπάρχουν σε μια τέτοια προσπάθεια;
Στη διαδικασία κατάσβεσης δασικών πυρκαγιών συνήθως όλα καταλήγουν στον καιρό. Είναι ζεστά, ξέρετε, κάθε καλοκαίρι στην Ελλάδα, όπως έχει ζέστη και εδώ στις δυτικές ΗΠΑ, οπότε οι θερμοκρασίες παίζουν τον ρόλο τους, αλλά ο μεγαλύτερος παράγοντας είναι το “φορτίο” καύσιμης ύλης, πόσο πυκνά και παχιά είναι τα καύσιμα φορτία στα δάση όπως και ο αέρας. Από εκεί και πέρα βέβαια χρειάζεται μια πηγή ανάφλεξης. Ένας παράγοντας είναι αν έχεις κεραυνούς. Στις δυτικές ΗΠΑ έχουμε πολλές δασικές πυρκαγιές που ξεκινούν από κεραυνούς το καλοκαίρι, ενώ και στην Ελλάδα μπορεί να είναι “ξερές αστραπές” ή κάποιος άνθρωπος ίσως που ξεκινά μια φωτιά.
Αυτό που συνήθως συμβαίνει πάντως είναι ότι σε μια ημέρα, στην οποία υπάρχει πολύ δυνατός άνεμος και ο άνεμος έρχεται «πίσω» από τη φωτιά, σε μια περιοχή με σημαντικό φορτίο καύσιμης ύλης (σ.σ δασικό φορτίο και φυτά που λειτουργούν ως καύσιμο), τότε αυτή η πυρκαγιά «απογειώνεται». Και όταν μια φωτιά γίνει αρκετά μεγάλη, πρακτικά δημιουργεί το δικό της κλίμα. Θα δημιουργήσει ανέμους στις άκρες της, θα δημιουργήσει ακόμη και ένα φαινόμενο, που πρακτικά έχει χαρακτηριστικά κυκλώνα. Αυτό λοιπόν που συμβαίνει είναι πως όσο υπάρχει ο άνεμος από πίσω της και η καύσιμη ύλη, γίνεται πρακτικά αδύνατο να σβηστεί, με οποιονδήποτε εξοπλισμό.
Σε αυτήν την περίπτωση, αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να υποστηρίξουμε τις ομάδες στο έδαφος και οι Έλληνες πυροσβέστες είναι καταπληκτικοί πυροσβέστες. Αυτό λοιπόν που κάνουμε είναι να κάνουμε το καλύτερο δυνατό για να τους υποστηρίξουμε καθώς προσπαθούν να δημιουργήσουν αντιπυρικές γραμμές, να βρεθούν μπροστά της και να τη σταματήσουν. Πέρα δε από αυτό, πολλές φορές μπορούμε να βρεθούμε σε ένα σημείο όπου απειλούνται σπίτια ή ακόμη οι ζωές των ανθρώπων. Με το ελικόπτερο μπορούμε να ρίξουμε αρκετό νερό ώστε να σώσουμε σπίτια και ζωές. Μας έχει αναγνωριστεί ότι το καταφέραμε σε πολλές περιπτώσεις, όπως και στην περίπτωση της Αττικής, η οποία προφανώς ήταν μια τρομακτική περίσταση.
Όταν έχεις ανέμους με ταχύτητες 100 χλμ/ώρα, δεν μπορείς να σβήσεις μια φωτιά. Αυτό που μπορείς να κάνεις είναι να προσπαθήσεις να τη διαχειριστείς στις άκρες, να ρίξεις αρκετό νερό σε σπίτια, δρόμους και ανθρώπους ώστε η φωτιά να σταματήσει εκεί. Καταφέραμε να το κάνουμε σε αρκετά σημεία αλλά έπρεπε να αντιμετωπιστεί μια τεράστια πυρκαγιά που κινούνταν πολύ γρήγορα και τέσσερα ελικόπτερα – που φυσιολογικά είναι ένας μεγάλος αριθμός, σε μια τέτοια κατάσταση δεν είναι αρκετά. Και 50 να διαθέταμε δεν θα ήταν αρκετά.
ΕΡ. Συνεπώς, όπως αντιλαμβάνεται κάποιος από την περιγραφή σας, συνθήκες όπως αυτές της φωτιάς στην Αττική είναι μοναδικές, πρακτικά αδύνατο να γίνουν διαχειρίσιμες μέσα από τις ενέργειες ενός ιπτάμενου «από μηχανής Θεού»…
Ναι, χρειάζεσαι έναν συνδυασμό από μέσα και στοιχεία. Χρειάζεσαι το εναέριο στοιχείο και πιστεύουμε πως το Helitanker, που πετάμε, είναι το καλύτερο μέσο. Μπορούμε να «συλλέξουμε» νερό από πηγές νερού που βρίσκονται κοντά και μπορούμε να το ρίξουμε με μεγάλη ακρίβεια στις αιχμές της φωτιάς ή κοντά σε σπίτια ώστε να τα περισώσουμε. Είναι ένα σημαντικό στοιχείο, αλλά χρειάζεσαι και τους ανθρώπους που βρίσκονται στο έδαφος, τους πυροσβέστες και τις ομάδες που θα βοηθήσουν, ώστε να σχηματιστούν οι αναγκαίες περίμετροι όπως και άλλα εναέρια στοιχεία. Είναι μια ομαδική προσπάθεια συνολική σε μεγάλες πυρκαγιές όπως οι συγκεκριμένες. Αν ξεσπάσει μια μικρή φωτιά ξέρετε, κάτι που συνέβη πολλές φορές και στην Ελλάδα, τα εναέρια μέσα μας μπορούν να την σβήσουν πλήρως πριν αυτή εξελιχθεί σε μια μεγάλη φωτιά. Αλλά κάποιες φορές, όπως συνέβη στις φωτιές της Αθήνας, οι συνθήκες είναι ιδανικές (σ.σ για την εξάπλωση της) και η φωτιά απλά συνεχίζει και μεγαλώνει σε κλίμακα, οπότε το όλο εγχείρημα γίνεται πολύ δύσκολο.
ΕΡ. Πόσο δύσκολη είναι η διαχείριση της ψυχολογίας για τα πληρώματα των εναέριων μέσων, αφού δεν πρόκειται για συνθήκες άσκησης, αλλά συνθήκες «μάχης»; Μπορείτε να μας περιγράψετε πώς διαχειρίζονται αυτές τις δύσκολες καταστάσεις, που συναντούν, όταν μάχονται με τις δασικές πυρκαγιές; Τι αισθάνονται; Υπάρχουν κάποιες φορές πράγματα τα οποία δηλώνουν πως δεν αντέχουν;
Τα πληρώματά μας, όπως και το προσωπικό εδάφους, είναι υπάλληλοι της εταιρίας πολλές φορές επί πολλά χρόνια, είναι άνθρωποι που κάνουν μια δουλειά που εκτιμούν και μετέχουν σε μια συνολική προσπάθεια. Έχουμε τους δύο πιλότους που πετούν το αεροσκάφος, οι οποίοι πετούν μέσα στα όρια που επιβάλλει η νομοθεσία, αλλά έχουμε και τρία με τέσσερα άτομα ως προσωπικό εδάφους, που είναι εκπαιδευμένοι για τέτοιες αποστολές.
Όταν ξεσπούν μεγάλες φωτιές, θέλεις το αεροσκάφος να πετά όσο το δυνατόν περισσότερο και τα ελικόπτερα είναι μηχανήματα με σημαντικές απαιτήσεις συντήρησης. Κάθε φορά που προσγειώνεται το αεροσκάφος, είτε για να ανεφοδιαστεί είτε αργά τη νύχτα για να συντηρηθεί, «πέφτουν πάνω» του για να το ελέγξουν και να διορθώσουν ό,τι χρειάζεται ώστε να πετάξει με το πρώτο φως της ημέρας. Δουλεύουν έτσι πολλές ώρες, ίσως και πολλές μέρες συνεχόμενα, οπότε προσπαθούμε να αλλάζουμε το προσωπικό κάθε τρεις εβδομάδες, ώστε να μην εργάζεται υπερβολικά. Η διαθεσιμότητα μας για πτήση (σ.σ uptime availability) για την Ελλάδα με αυτά τα αεροσκάφη είναι διαχρονικά στο 98% και αυτό είναι κάτι που δεν φτάνει καμία άλλη εταιρία που χρησιμοποιεί ελικόπτερα και μας κάνει ιδιαίτερα υπερήφανους.
Η απάντηση λοιπόν στην ερώτηση σας (σ.σ για την παράμετρο της ψυχολογικής έντασης) είναι ότι τα πληρώματα δημιουργούν μια ψυχολογική στάση, με βάση την οποία ξέρουν ότι το ελληνικό Πυροσβεστικό Σώμα βασίζεται σε αυτούς. Ξέρουν ότι ο ελληνικός λαός βασίζεται σε αυτούς και θέλουν να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους ώστε να είναι σίγουροι πως το αεροσκάφος είναι σε άριστη πτητική κατάσταση, για να πετά όσες ώρες χρειάζεται μέσα σε μια ημέρα. Έτσι πολύ συχνά όταν τα πράγματα πάνε πολύ γρήγορα και σε μεγάλες θερμοκρασίες, προσθέτουμε επιπλέον πληρώματα, ώστε να είναι όλοι “φρέσκοι”, γιατί εξαντλούνται γρήγορα αφού δουλεύουν στη μεγάλη ζέστη. Είναι πραγματικά αφοσιωμένοι στη δουλειά τους και όλοι μας, όπως και εγώ προσωπικά, έχουμε δει απόλυτη καταστροφή. Έχουμε δει ανθρώπους, οχήματα, σπίτια να έχουν καεί και όλοι μας έχουμε ισχυρό κίνητρο ώστε να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε.
Είναι μια φιλοσοφία σκέψης, με την οποία αισθάνεσαι ότι κάνεις τη διαφορά. Ακόμη και αν είναι μια μεγάλη φωτιά, την οποία δεν μπορείς να σβήσεις, και πάλι μπορείς να κάνεις τη διαφορά, να σώσεις ζωές και σπίτια, όπως και να βοηθήσεις τις δυνάμεις της πυροσβεστικής στο έδαφος. Πολλές φορές είναι και αυτές σε κίνδυνο. Πολλές φορές έχουμε ρίξει νερό ακριβώς μπροστά σε τέτοιες δυνάμεις, για να αποτρέψουμε το να περικυκλωθούν και να βρεθούν σε κίνδυνο από φωτιά. Έχουμε απόλυτη επίγνωση ότι μπορεί να βασίζονται σε εμάς και έτσι οι άνθρωποι μας αναπτύσσουν αυτό τον τρόπο σκέψης, δηλαδή της αντίληψης πως βασίζονται σε εμάς κάθε ημέρα. Και είναι τέτοιοι οι άνθρωποι που τοποθετούμε ως πληρώματα. Αν δεν έχουν τέτοιο τρόπο σκέψης, τότε δεν τους θέλουμε ως πληρώματα. Είναι συνεπώς ιδιαίτερα αφοσιωμένοι, νοιάζονται για τον ελληνικό λαό, αγαπούν τη δουλειά στην Ελλάδα, όλοι οι άνθρωποι μας λατρεύουν το να δουλεύουν στην Ελλάδα, νοιαζόμαστε πραγματικά για τους Έλληνες και θα κάναμε το οτιδήποτε για να είναι ασφαλείς.
Είναι ένα ωραίο αίσθημα αυτό, εδώ στις ΗΠΑ για παράδειγμα συχνά λαμβάνουμε γράμματα και επιστολές κατά τη διάρκεια μιας γεμάτης σεζόν αεροπυρόσβεσης όπως η φετινή, γράμματα και κάρτες στα οποία μας γράφουν «σώσατε το σπίτι μας, τα ζώα μας, σώσατε την αδερφή μου και τον παππού μας». Πρόκειται για ένα καταπληκτικό συναίσθημα, για αυτό αυτά τα γράμματα τα βάζουμε σε δημόσια θέα στην εταιρία, ώστε να νιώθουμε περήφανοι όλοι μας για αυτές τις επικοινωνίες από τον κόσμο…
ΕΡ. Κύριε Μιλς μια τελευταία ερώτηση… Μετά από 18 – 19 χρόνια σχέσης με την Ελλάδα σε αυτό το επίπεδο, θα σκεφτόσασταν να ανεβάσετε το επίπεδο αυτής της σχέσης, ενδεχομένως δημιουργώντας μια έτερη βάση για τις δυνάμεις σας, σε επίπεδο εξοπλισμού και προσωπικού εδώ; Μια δευτερεύουσα βάση, ίσως και εταιρία στην Ελλάδα με την οποία θα εξυπηρετούνται οι ανάγκες και άλλων κοντινών χωρών; Υπάρχουν από την πλευρά σας σχέδια να εδραιωθείτε περαιτέρω με ένα τέτοιο τρόπο στη χώρα μας;
Είναι κάτι που το έχουμε συζητήσει. Ένα μέρος από αυτά που θέτετε, θα εξαρτηθεί από το τι θα θέλει να κάνει το ελληνικό Πυροσβεστικό Σώμα. Άλλωστε, αυτοί είναι οι πελάτες μας και πηγαίνουμε όπου μας λένε να πάμε σε ό,τι αφορά τις πυρκαγιές, λειτουργούμε κάτω από την ομπρέλα της δικής τους διοίκησης και ελέγχου, οπότε αν φτάσουν στο σημείο στο οποίο θα έχουν απαιτήσεις για περισσότερα αεροσκάφη, ή εάν το αρμόδιο υπουργείο θελήσει αυτή τη λύση, μπορεί να εξετάσουμε το ενδεχόμενο της ίδρυσης μιας βάσης στην Ελλάδα. Όμως, είναι νωρίς για να το πούμε, αλλά σίγουρα θα εργαστούμε με το ελληνικό Πυροσβεστικό Σώμα ώστε να εξασφαλίσουμε αρμονική συνεργασία.