Είχε μέτωπο που πρέπει να έφτανε το 1,5 χιλιόμετρο. Οσο κατέβαινε η φωτιά άνοιγε
Δεν ήταν εύκολο να τους στρέψει στη σωστή κατεύθυνση. Τα αυτοκίνητα είχαν σφηνώσει στην οδό Δημοκρατίας, στο Κόκκινο Λιμανάκι. Ενιωθε τη φωτιά στην πλάτη του. Ηταν στα 50 μέτρα και πλησίαζε. Τότε είδε την BMW. Αν και τα τζάμια της είχαν θολώσει, κατάφερε να διακρίνει στα μπροστινά καθίσματα τρεις ηλικιωμένους ανθρώπους και στα πίσω πέντε παιδιά. Το πορτ-μπαγκάζ ήταν ανοιχτό. Θεώρησε ότι πάνω στον πανικό ο οδηγός δεν είχε προλάβει να το κλείσει. Μέσα βρισκόταν μια γυναίκα.
Είχε τις αισθήσεις της. Πάνω της, όμως, είχαν πέσει πευκοβελόνες και καύτρες ανοίγοντας τρύπες στα ρούχα της. Είχε εγκαύματα, στα χέρια, στο στήθος και στα πόδια. Ο Μάνος Τσαλιαγκός, υπάλληλος Πολιτικής Προστασίας στον Δήμο Ραφήνας – Πικερμίου, την άρπαξε από το αυτοκίνητο μαζί με συναδέλφους του. «Σβήσαμε τις καύτρες και την πήραμε στο δικό μας όχημα, κάναμε δέκα λεπτά να ξεμπλοκαριστούμε», λέει στην «Κ».
Η γυναίκα που έσωσαν λέγεται Ζόε Χόλοχαν. Είναι τουρίστρια από την Ιρλανδία που βρέθηκε στο Μάτι Αττικής το περασμένο Σάββατο μαζί με τον σύζυγό της, Μπράιαν Ο’ Κάλαχαν – Γουέστροπ, ο οποίος χάθηκε στην πυρκαγιά. Το ζευγάρι είχε παντρευθεί την Πέμπτη, 19 Ιουλίου, και ταξίδεψε στην Ελλάδα για τον μήνα του μέλιτος.
«Δεν είναι εύκολο να απομακρύνεις τον κόσμο, ειδικά όταν επικρατεί πανικός», λέει ο κ. Τσαλιαγκός για τις κρίσιμες στιγμές της διαφυγής από τα φλεγόμενα στενά της Ανατολικής Αττικής την περασμένη Δευτέρα. Καθόμαστε στο πυροφυλάκιο Ραφήνας, σε ένα ύψωμα που δεν έχει πια ειδυλλιακή θέα. Στο βάθος του ορίζοντα, πάνω από τον Νέο Βουτζά, ξεκινούν τα καμένα. Ο ουρανός έχει μαυρίσει και στο Μάτι ήδη ψιλοβρέχει. Από το σημείο όπου βρισκόμαστε δεν φαίνεται η γειτονιά την οποία προσπάθησε να εκκενώσει μαζί με τους συναδέλφους του στην Πολιτική Προστασία πριν από λίγες ημέρες.
Η οδός Δημοκρατίας ξεκινάει ως ένας σχετικά πλατύς δρόμος μέσα στον κυρίως οικιστικό ιστό της Ραφήνας. Ξαφνικά, σε κάποια σημεία στενεύει από οικόπεδα που δεν απαλλοτριώθηκαν και όταν φτάνει στο Κόκκινο Λιμανάκι μετατρέπεται σε στενό επαρχιακό δρόμο – παραδόξως διπλής κατεύθυνσης.
Σε εκείνο το σημείο ο κ. Τσαλιαγκός βρήκε πανικόβλητους ανθρώπους. «Είδα έναν άνδρα σε αυτοκίνητο που δεν άκουγε τις οδηγίες μας. Η μηχανή δούλευε, είχε βάλει aircondition, είχε κλείσει τα παράθυρα και καθόταν εκεί, μαρμαρωμένος. Δεν αντιδρούσε. Κόντεψα να σπάσω το τζάμι για να καταλάβει τι του λέγαμε», λέει.
«Τα αυτοκίνητα είχαν σφηνώσει στην οδό Δημοκρατίας, στο Κόκκινο Λιμανάκι», λέει στην «Κ».
Θυμάται ότι πρόλαβαν να βάλουν μια ηλικιωμένη με κινητικά προβλήματα σε ένα από τα διερχόμενα αυτοκίνητα που είχε πάρει τον σωστό δρόμο διαφυγής προς τη Ραφήνα. Διηγείται πώς σταμάτησε μια κοπέλα που έτρεχε προς τη λάθος πλευρά με το σκυλί της στην αγκαλιά. Πήρε το κατοικίδιο από τα χέρια της για να την οδηγήσει σωστά και εκείνη ήταν τόσο σοκαρισμένη που τρόμαξε από την κίνησή του – νόμιζε ότι προσπαθούσε να της το κλέψει. Τελικά, κατάφερε να την απομακρύνει με ασφάλεια.
Προτού καταλήξει στο Κόκκινο Λιμανάκι προσπαθώντας να βοηθήσει στον απεγκλωβισμό, ο κ. Τσαλιαγκός είχε βρεθεί με άλλα μέλη της Πολιτικής Προστασίας Ραφήνας στο Λύρειο Ιδρυμα, πάνω από τον Νέο Βουτζά. Εκεί περίμεναν τη φωτιά που είχε ξεσπάσει στην Καλλιτεχνούπολη, αλλά η μάχη που έδωσαν δεν έφερε αποτέλεσμα.
«Είχε μέτωπο που πρέπει να έφτανε το 1,5 χιλιόμετρο. Οσο κατέβαινε η φωτιά άνοιγε», λέει.
«Φωτιά στη φωτιά»
Οι συνθήκες (δυνατός δυτικός άνεμος και υψηλή θερμοκρασία) δυσχέραιναν κάθε προσπάθεια. Δεν ήταν αυτό, όμως, το μόνο μειονέκτημα. Είχαν να αντιμετωπίσουν αυτό που οι πυροσβέστες αποκαλούν «φωτιά στη φωτιά». Η πυρκαγιά στην Κινέτα, στην άλλη άκρη της Αττικής, τους είχε ήδη αφήσει ακάλυπτους στερώντας πυροσβεστικά οχήματα από την περιοχή που εκτείνεται από το Λαύριο μέχρι τον Βαρνάβα.
Εχοντας την πείρα και άλλων αναμετρήσεων με φωτιές στο παρελθόν, ο κ. Τσαλιαγκός τονίζει ότι πέρα από τα σχέδια εκκένωσης και τις προσπάθειες πυρόσβεσης υπάρχει σημαντικό πρόβλημα και κενό στην ενημέρωση του κόσμου. Λέει ότι παλιότερα αιτήματά του για ομιλίες και εκπαίδευση σε σχολεία της περιοχής άλλοτε έγιναν δεκτά και άλλοτε απορρίφθηκαν, ανάλογα με την κρίση του κάθε διευθυντή. Εξηγεί ότι όταν κάποιος ακούσει για τη φωτιά θα πρέπει να κλείσει τα παράθυρα, να μαζέψει τις κουρτίνες και να το εγκαταλείψει, όχι να μείνει στο σπίτι βρέχοντάς το με νερό για να το σώσει. Μετά, όμως, θα πρέπει να ακολουθήσει ή να του υποδείξουν τον σωστό δρόμο διαφυγής.
kathimerini