Αυτός ο αέρας που κατέκαψε το Μάτι, μόνο αυτός μπορούσε να μας σώσει
Τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε κατά τη διάρκεια της φωτιάς στο Μάτι περιέγραψε με μια συγκλονιστική ανάρτησή της στο Facebook η συγγραφέας Ελισάβετ Παπαδοπούλου.
Όπως αναφέρει, τη στιγμή που ξέσπασε η πύρινη κόλαση, η ίδια γιόρταζε τα γενέθλια της μικρής της κόρης με επτά ακόμα κοριτσάκια σε ξενοδοχείο στο Μάτι.
Η φωτιά τους κύκλωσε και αναγκάστηκαν να πέσουν στη θάλασσα για να σωθούν και να κολυμπήσουν για τέσσερις ολόκληρες ώρες μέχρι να τις περισυνελλέξει σκάφος με βατραχανθρώπους.
«Όταν ο καπνός και η φωτιά κύκλωσαν το ξενοδοχείο πέσαμε στη θάλασσα, φωνάζοντας τα ονόματα των παιδιών ανάμεσα σε ουρλιαχτά φωνές και κλάματα. Κολυμπούσαμε και μετρούσαμε κεφάλια. Τα παιδιά κλαίγανε και ρωτούσαν αν θα πεθάνουμε. Φωνάζαμε κολυμπήστε. Ο καπνός ήταν μαύρος, ο ήλιος είχε χαθεί ήταν σκοτάδι και κανείς δεν ήξερε αν θα έχουμε οξυγόνο για να ανασάνουμε», γράφει η κυρία Παπαδοπούλου.
Ο μοναδικός άλλος ενήλικας που ήταν μαζί της ήταν μια φίλη της και μητέρα ενός από τα καλεσμένα κορίτσια.
«Από ένα σημείο και ύστερα γύρω είχε μόνο ησυχία. Κανείς δεν μιλούσε. Κοντά διακόσια άτομα διασκορπισμένα μέσα στο νερό και στα βράχια, οι περισσότεροι τουρίστες. Κολυμπούσαμε προσπαθούσαμε να φτάσουμε κάπου που έχει λιγότερα καπνό και ταυτόχρονα να μην απομακρυνθούμε από την ακτή. Η ακτή είχε βράχους. Από τη στεριά ακουγόταν ασταμάτητα εκρήξεις – ήταν τα ντεπόζιτα των αυτοκινήτων που καίγονταν- και ερχόταν μαύρος καπνός, σαν κι αυτόν που τα παιδιά χρωματίζουν με μαύρο μαρκαδόρο. Φοβόμασταν αυτό το βαρύ καπνό. Ξέραμε ότι μέσα σε αυτόν δε ζεις. Όμως είχε πολύ αέρα και ο καπνός πριν φτάσει σε εμάς αραίωνε. Αυτός ο αέρας που κατέκαψε το Μάτι, μόνο αυτός ο αέρας εκείνη τη στιγμή μπορούσε να μας σώσει. Όσο φυσούσε τρελά, είχαμε ελπίδες. Σε κάποια σημεία μάλιστα καθάριζε αρκετά ο ουρανός. Κολυμπούσαμε προς τα εκεί. Χειροκροτούσαμε όταν ο αέρας καθάριζε λίγο την ατμόσφαιρα. Πάνω σε ένα βράχο τραγουδήσαμε το γενέθλιο τραγούδι της κόρης μου», γράφει η συγγραφέας στο Facebook και συνεχίζει:
«Ύστερα ο καπνός ξανάρθε. Ξανά το κολύμπι, ξανά η αγωνία. Αρχίσαμε να σκίζουμε ό, τι ρούχα υπήρχαν γύρω τα βρέχαμε και τα βάζαμε στη μύτη. Η αγωνία δεν τελείωνε με τίποτα. Στο Μάτι καιγόταν μέχρι και τα πεύκα στην παραλία. Τα ρούχα από μια βαλίτσα πεταμένη στο βράχο πήραν φωτιά. Τα παιδιά ξανάρχισαν να ρωτάνε αν θα πεθάνουμε. Έτσι πέρασαν τέσσερις ολόκληρες ώρες. Κοιταζόμασταν με τη Μαριέττα και δεν ξέρουμε πόση ώρα ακόμη θα αντέξουμε να ανασαίνουμε όλο αυτό το πράγμα. Ας σταματήσει επιτέλους φώναζαν τα παιδιά κλαίγοντας. Όμως δεν σταματούσε. Κατά τις 10.00 το βράδυ μας πήρε ένα φουσκωτό με βατραχάνθρωπους. Ευχαριστούμε ολόψυχα αυτά τα υπέροχα παιδιά. Ήταν ιδιώτες από μια σχολή κατάδυσης. Θέλω να ζητήσω συγνώμη που δεν θυμάμαι από ποια σχολή για να τους ευχαριστήσω επώνυμα».
Η Ελισάβετ Παπαδοπούλου σπούδασε στη Νομική Σχολή της Κομοτηνής. Ασχολήθηκε με τη δικηγορία, αλλά την εγκατέλειψε για να γίνει δικαστής. Παραιτήθηκε ύστερα από έξι χρόνια. Σήμερα εργάζεται στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Έργα της: Hotel Victoria (νουβέλα, 1995), Άνεμος Ανατολικός (μυθιστόρημα, 1997), Ψέματα, ζαχαρωτά και πρωτοσέλιδα (μυθιστόρημα, 2000), Κληρονόμησα όλες τις φίλες της μαμάς μου (μυθιστόρημα, 2004), Αγαπώντας τις ερωμένες του (μυθιστόρημα2009), Μέρες και νύχτες που δεν ήταν δικές μας (μυθιστόρημα 2014). Συμμετείχε στις συλλογές διηγημάτων Ο φύλακας των ψυχών (1999), Των εμών ερώτων (2001), Κοκτέιλ μολότοφ (2003), Υπόγειες ιστορίες (2008).