Βασίλης Μελενικλής: Με τι ψυχή η μάνα έπινε τον καφέ της πάνω στο πτώμα του παιδιού μου;
Ο Βασίλης Μελενικλής 37 χρόνων, χάθηκε την Μεγάλη Τρίτη 3 Απριλίου από την Προσοτσάνη Δράμας. Δύο μήνες μετά, βρέθηκε θαμμένος στην αυλή σπιτιού φίλων του που η εκπομπή εντόπισε στην Αλιστράτη Σερρών. Η επίμονη δημοσιογραφική έρευνα του Τούνελ στην περιοχή, ενεργοποίησε τις Αρχές που κινητοποιήθηκαν και βρήκαν το πτώμα.
΄Άκουγε Καζαντζίδη στη διαπασών, έκανε ένα μικρό διάλειμμα από τον απογευματινό του καφέ και μίλησε για δεύτερη φορά στο Τούνελ.
Τα όσα είπε για τη νύχτα του θανάτου, για την ληστρική επίθεση, για την ταφή, για το εμπόριο ηρωίνης, αλλά και για την μητέρα του που γνώριζε και δεν μίλησε, παγώνουν το αίμα…
Υποστήριξε πως ο αδελφός του αφαίρεσε τα χρήματα από τον Βασίλη Μελενικλή χωρίς να του το πει, αλλά μετά τα πήρε ο ίδιος. Τα έδωσε την ίδια μέρα στον Έλληνα έμπορο ναρκωτικών της περιοχής, που μετά το ντόρο που έγινε, αποσύρθηκε και ανέλαβε άλλος!
Κάτοικοι της Αλιστράτης Σερρών κατήγγειλαν στο «Τούνελ» πως τα δύο αδέλφια από τη στιγμή που αφέθησαν ελεύθερα και επέστρεψαν στο σπίτι που έγινε ο τάφος του 37χρονου, δεν δίστασαν να απειλήσουν ανοιχτά όσους έσπασαν τη σιωπή τους και μίλησαν στην εκπομπή.
Η μητέρα του άτυχου νέου γεμάτη θυμό και αγανάκτηση περίμενε στωικά έξω από το νοσοκομείο της Κομοτηνής τη διενέργεια της δεύτερης νεκροτομής από τον ειδικό πραγματογνώμονα που όρισε. Λίγες ώρες αργότερα συνόδεψε το παιδί της στην τελευταία του κατοικία στην Προσοτσάνη Δράμας.
Προσπαθώντας να συγκρατήσει την οργή της, αναρωτιόταν με τι καρδιά η μάνα των «φίλων» του Βασίλη, μπορούσε να βγαίνει σ’ αυτή την αυλή και να πίνει τον καφέ της, ξέροντας πως κάτω από τα πόδια της, οι γιοι της είχαν θάψει το δικό της παιδί…
Ο τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας ιατροδικαστής και γιατρός Δημόσιας Υγείας Σωκράτης Τσαντίρης ανέφερε στο «Τούνελ» πως μετά το πέρας των εξειδικευμένων εργαστηριακών εξετάσεων θα είναι σε θέση να καταλήξει με σαφήνεια για τις συνθήκες θανάτου του άτυχου νέου. Δεν απέκλεισε το γεγονός , ο θάνατος του να επήλθε από ασφυξία.
Τι είπε στο «Τούνελ» ο δικηγόρος της οικογένειας
Σε τηλεφωνική του επικοινωνία με το «Τούνελ» ο δικηγόρος της οικογένειας Νίκος Διαλυνάς, ανέφερε:
«Μετά τα όσα ήρθαν στο φως, βλέπουμε πως υπάρχει το κακούργημα της διακίνησης ναρκωτικών και θα πρέπει να κληθούν τα δύο αδέλφια σαν κατηγορούμενοι έστω και για προμήθεια, για ν’ αρχίσει να ξετυλίγεται το κουβάρι. Τα χρήματα που είχε πάνω του το θύμα, ήταν κίνητρο.
Θα πρέπει να ερευνηθεί τυχόν συμμετοχή τρίτων και θα ζητήσουμε να γίνει άμεσα αναπαράσταση».
Η ταφή, ο έμπορος θανάτου και η μάνα που γνώριζε…
Νωρίς το απόγευμα στην γειτονιά επικρατούσε ησυχία… Από το σπίτι που βρέθηκε θαμμένος ο άτυχος Βασίλης, ακουγόταν δυνατά το τραγούδι του Άκη Πάνου: «Η ζωή μου όλη είναι ένα τσιγάρο…». Στο βάθος γάβγιζαν τα σκυλιά…
Η ρεπόρτερ του «Τούνελ» ανέβηκε με τα πόδια την ανηφόρα της γειτονιάς και βρέθηκε μπροστά στην πόρτα της αυλής που έγινε ο τάφος του 37χρονου…
Οι δύο «φίλοι» του, έπιναν καφέ ακούγοντας τον Καζαντζίδη. Ο ένας που είχε μιλήσει στο «Τούνελ» πλησίασε τη δημοσιογράφο στην καγκελόπορτα της αυλής…
Ο αδελφός του τον ακολούθησε, άρχισε να ζητά συγγνώμη και να δίνει εξηγήσεις. Ο άλλος αντέδρασε: « Φύγε από δω ρε, μη σου κοπανήσω καμία, άιντε… Άσε με ρε να μιλήσω. Εγώ έκανα ό,τι έκανα. Εσύ δεν έκανες τίποτα…».
Μόλις τα πνεύματα ηρέμησαν μίλησε στο «Τούνελ» με γυρισμένη την πλάτη:
«Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από την οικογένεια του… Ο Θεός να με συγχωρέσει, τι άλλο να πω…».
Όταν η δημοσιογράφος τον ρώτησε γιατί την προηγούμενη φορά της είπε ψέματα, ισχυρίστηκε πως δεν είπε την αλήθεια από φόβο.
Ανέφερε πως την επίμαχη μέρα ο Βασίλης μπήκε μέσα στο σπίτι, πήγε σε ένα δωμάτιο και έκανε χρήση ναρκωτικών ουσιών. Όταν μετά από ώρα ο «φίλος» του πήγε να δει τι κάνει, τον βρήκε παγωμένο.
«Είδα ότι η καρδιά του είχε σταματήσει κι άρχισα να του δίνω χαστούκια μήπως και συνέλθει. Φοβήθηκα να καλέσω ασθενοφόρο, μήπως έρθουν εδώ πέρα κάμερες! Φοβήθηκα μήπως μπλέξω γιατί είχα ακούσει για μια άλλη ανάλογη ιστορία και αυτόν τον μάζεψαν και τον ενοχοποίησαν… Κι άλλη φορά μου είχε μείνει και τον έσωσα με αλατόνερα, μου ‘χουν μείνει κι άλλα άτομα…», είπε στο «Τούνελ».
Ισχυρίστηκε πως έθαψε τον Βασίλη στην αυλή τους στις τρεις τα ξημερώματα.
«Μόνος μου τον έθαψα. Ο αδελφός μου δεν μπορούσε. Έχει τη μέση του…».
Όταν η δημοσιογράφος τον ρώτησε πως τα κατάφερε αφού δήλωνε άρρωστος, της απάντησε πως τότε ήταν καλά.
Τόνισε πως μέχρι εκείνη την ώρα τον είχαν σε ένα δωμάτιο για να μην τους καταλάβει η μητέρα τους. Στη συνέχεια όμως μπέρδεψε τα λόγια του κι ενώ στην αρχή υποστήριξε πως είπε στη μητέρα του για το περιστατικό την επόμενη μέρα, μετά ισχυρίστηκε πως της το είπε πριν τον θάψουν.
Είπε ακόμη πως η μητέρα του όλο αυτό το διάστημα που ο Βασίλης ήταν θαμμένος στην αυλή του σπιτιού τους, συζητούσε μαζί του τι θα γινόταν με την οικογένεια του που τον αναζητούσε.
«Κι εγώ το σκεφτόμουν από την πρώτη στιγμή, αλλά έλεγα να περάσει λίγος καιρός να μην είναι έτσι όπως είναι…!».
Όταν η δημοσιογράφος τον ρώτησε γιατί δεν σκέφτηκε να παραδοθεί, απάντησε:
«Όχι! Τι να παραδοθώ; Τους είπα εγώ το ‘κανα και ελάτε να σας πω που είναι…».
«Έτσι εξαφανίσαμε τα στοιχεία του…»
Υποστήριξε πως ο ίδιος δεν ήξερε πως το θύμα είχε χρήματα πάνω του και πως τα πήρε ο αδελφός του. Στη συνέχεια πέταξε το μπουφάν του σε κάδο απορριμμάτων, μαζί με το κινητό του.
«Τον ψάξαμε αν είχε πάνω του ταυτότητα ή άλλα έγγραφα για να τα εξαφανίσουμε. Ο αδελφός μου βρήκε τα χρήματα αλλά δεν μου το είπε και τα κράτησε. Ήταν να πάει στο νοσοκομείο και πριν φύγει, μου έδωσε περίπου 650 ευρώ».
«Ναι, αλλά τον θάψατε με την ταυτότητα και το πορτοφόλι. Μόνο τα χρήματα έλειπαν», τον αντέκρουσε η δημοσιογράφος.
«Δεν ξέρω τίποτα για πορτοφόλι. Ο αδελφός μου πήρε τα λεφτά και δεν είπε τίποτα σε κανέναν. Την ίδια μέρα τα πήρα όλα εγώ και τα έδωσα σε έναν έμπορο! Εδώ στο χωριό! Σ’ αυτόν που μας δίνει την ηρωίνη», ήταν η απάντηση του. Τόνισε πως πρόκειται για Έλληνα που αναρωτιόταν μάλιστα που βρήκαν τα δύο αδέλφια τόσα χρήματα. Μετά τον ντόρο που ξέσπασε, εκείνος αποσύρθηκε και ανέλαβε χρέη προμηθευτή, άλλος!
«Εγώ δεν ήθελα να τον δεχτώ. Σας το είπε και ο ταξιτζής που τον άκουσε να μου μιλάει στο τηλέφωνο… Ο Βασίλης όμως ήρθε και χτύπαγε τις πόρτες… Νόμιζα πως είχε μόνο πενήντα ευρώ. Σε άλλη τσέπη είχε τα πολλά λεφτά για να μη φαίνονται! Αλλά ο αδελφός μου δεν μου το είπε. Όταν τον ξανάψαξε μήπως μας είχε ξεφύγει τίποτα, βρήκε το κινητό του, μου το έδωσε και το απενεργοποίησα κάτω στην αγορά », είπε στην ρεπόρτερ της εκπομπής.
Υποστήριξε πως στη αρχή σκέφτηκε να τον μεταφέρει στην πιάτσα του χωριού για να μην τον βρουν στο σπίτι του, αλλά μετά αποφάσισε να τον θάψει για να μην τον ενοχοποιήσουν!
Όταν η δημοσιογράφος του είπε πως όλα όσα προηγήθηκαν δείχνουν μεθόδευση και πως όλα όσα ανέφερε κατά τη διάρκεια της έρευνας ήταν ψέματα, εκείνος απάντησε:
«Στη θέση μου τι θα λέγατε; Ζητάω συγγνώμη από τους συγγενείς, αλλά τι συγγνώμη θέλουν; Ό,τι έγινε, έγινε. Θα υποστώ τις συνέπειες, ό,τι έκανα, έκανα…».
Αλιστράτη: Απειλές μετά την αποκάλυψη…
Μετά τις αποκαλύψεις του «Τούνελ» στην κωμόπολη της Αλιστράτης οι κάτοικοι παραμέρισαν τους φόβους τους και αποφάσισαν να σπάσουν το νόμο της σιωπής που επικρατούσε στην περιοχή τους για χρόνια.
Φαίνεται ότι οι εξελίξεις ενόχλησαν ιδιαίτερα τους πρωταγωνιστές της απίστευτης αυτής ιστορίας, που δεν δίστασαν να απειλήσουν ανοιχτά κάποιους απ’ τους κατοίκους.
Μάρτυρας που είχε μιλήσει κατά τη διάρκεια των ερευνών στην εκπομπή για τα όσα συνέβαιναν μπροστά στα μάτια όλων, δέχτηκε την κατά μέτωπο επίθεση ενός από τους δύο δράστες που αφέθησαν ελεύθεροι.
Μια μέρα πριν πραγματοποιηθεί στο νοσοκομείο της Κομοτηνής η δεύτερη νεκροτομή στον άτυχο νέο, ο ένας από τα δύο αδέλφια που τον έθαψαν στην αυλή του, σταμάτησε μπροστά στον μάρτυρα στην καφετέρια που διατηρεί και άρχιζε να του φωνάζει:
«Θα σε θάψω… Αν ξανασχοληθείς μαζί μας , θα σε θάψουμε…».
Μετά από λίγο που πέρασε ξανά από το σημείο, άρχισε πάλι τις απειλές: «Εγώ είμαι τρελός, Το μαγαζί σου θα στο κάψω… Θα στο κάνω καλοκαιρινό…».
Ο μάρτυρας ενημέρωσε την Αστυνομία και εκεί του είπαν ότι στην περίπτωση που τον απειλήσει ξανά, μπορεί να υποβάλλει μήνυση εναντίον του.
Κομοτηνή: Πυκνώνουν τα ευρήματα μετά τη δεύτερη νεκροτομή…
Ο τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας ιατροδικαστής Αθηνών και γιατρός Δημόσιας Υγείας Σωκράτης Τσαντίρης, ανέφερε στο «Τούνελ» πως δεν βρέθηκαν κακώσεις που να προήλθαν από βία στο σώμα του άτυχου νέου. Θεωρώντας όμως πως κάποια επιπλέον στοιχεία έπρεπε να διερευνηθούν, προχώρησε σε δειγματοληψία οργάνων για εξειδικευμένες εξετάσεις.
Πρόσθεσε πως θα ερευνηθεί και το οροαιματηρό περιεχόμενο που περιείχε η λεπτή σύριγγα που βρέθηκε στη σορό, προκειμένου να διαπιστωθεί τι είδους ουσία είχε μέσα και αν το αίμα που εντοπίστηκε σ’ αυτήν, ανήκε στο θύμα.
Πάρθηκαν και δείγματα από τα νύχια της σορού που στάλθηκαν επίσης για εξέταση.
«Θα πρέπει να περιμένουμε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, για να δούμε αν το πνευμονικό οίδημα ως σύμπτωμα, οφείλεται σε κατανάλωση ουσιών. Μέχρι το πέρας των εργαστηριακών εξετάσεων δεν μπορούμε να πούμε με σαφήνεια εάν τάφηκε ζωντανός. Οφείλουμε να μελετήσουμε και να ερμηνεύσουμε όλα τα ευρήματα. Δεν βρήκαμε ίχνη εξωτερικής βίας. Βρέθηκε όμως μια σύριγγα στα χέρια του χωρίς βελόνα και όλα αυτά οφείλουν να εκτιμηθούν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τσαντίρης.
«Με τι ψυχή η μάνα έπινε τον καφέ της πάνω στο πτώμα του παιδιού μου;»
«Το γεγονός ότι έθαψαν το παιδί μου στα θεμέλια του σπιτιού τους με κάνει να ζητώ την τιμωρία τους. Έχω ακούσει πως στο χωριό που τον έθαψαν, οι κάτοικοι είναι τρομοκρατημένοι, αλλά η αστυνομία δεν κάνει τίποτα. Σήμερα είναι το δικό μου παιδί, αύριο μπορεί να είναι κάποιου άλλου…» τόνισε στο «Τούνελ» η μητέρα του Βασίλη Μελενικλή.
Όταν χάθηκε, παρά τις συνεχείς οχλήσεις της ίδιας που βρισκόταν στη Γερμανία και της γιαγιάς του στο τμήμα της Προσοτσάνης, οι Αρχές έκαναν δεκτή την δήλωση εξαφάνισης του μετά από τρεις εβδομάδες. Ανέφερε πως οι αστυνομικοί δεν άφηναν τους συγγενείς να έρθουν σε επαφή με την Αγγελική Νικολούλη με το πρόσχημα ότι κάτι τέτοιο θα ζημίωνε τις έρευνες.
«Μέχρι τότε τους εμπιστευόμουν ότι κάτι θα κάνουν, ότι κάτι θα βρισκόταν…», τόνισε.
Η ίδια πιστεύει πως στο σπίτι που βρήκε τραγικό θάνατο ο Βασίλης δεν συχνάζουν μόνο χρήστες, αλλά μέλη ενός ολόκληρου κυκλώματος.
«Δεν αποκλείω να συμμετέχει σ’ αυτό και άνθρωπος της αστυνομίας, αλλιώς δεν θα υπήρχε λόγος να προστατέψουν με τέτοιο τρόπο τους ανθρώπους που έθαψαν το παιδί μου», τόνισε χαρακτηριστικά.
Περιέγραψε το γιο της σαν ένα πολύ καλό παιδί και διέψευσε τις φήμες πως μεγάλωσε στην εφηβική του ηλικία με την γιαγιά του.
«Ο Βασίλης μεγάλωσε μαζί μας στην Γερμανία όπου ήρθαμε όταν ήταν πέντε μηνών. Στην Ελλάδα επέστρεψε για να πάει φαντάρος. Ο αδελφός του, του πρότεινε να γυρίσει στη Γερμανία για να κάνει μια καινούρια αρχή, αλλά ήρθε και έφυγε πάλι. Ήταν δική του επιλογή και ήταν σε μια ηλικία που εμείς δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα», ανέφερε στο «Τούνελ» η μητέρα του.
Η ίδια δεν μπορεί να καταλάβει πως η μάνα των «φίλων» του Βασίλη δεν μίλησε.
«Με τι καρδιά ζούσε σ’ αυτό το σπίτι; Με τι ψυχή κοιμόταν, έτρωγε κι έβγαινε στον μπαχτσέ, ενώ ήξερε ότι υπήρχε ένα παιδί θαμμένο εκεί δίπλα της; Αυτό είναι μεγάλη απανθρωπιά… Ζητώ δικαιοσύνη και να τιμωρηθούν όπως τους αξίζει. Αυτό που νιώθω είναι θυμός, οργή και δεν μπορώ να εκφραστώ σαν μάνα που έχει χάσει το παιδί της… Ο Θεός να δώσει να καταλάβουν αυτά τα παιδιά που έχουν την ηλικία του γιου μου, αλλά και η μητέρα τους, τι κακό μου έχουν κάνει… Ο Βασίλης μου δεν θα γυρίσει πίσω. Αλλά όσοι ευθύνονται, θέλω να τιμωρηθούν. Θα περιμένουμε τα αποτελέσματα των εργαστηρίων. Ποιος ξέρει αν θάφτηκε ζωντανός; » είπε με σφιγμένη φωνή.
Τραγική φιγούρα και η γιαγιά του Βασίλη που είχε συγκινήσει τους τηλεθεατές. Τα λόγια της γερόντισσας στέρεψαν και ο χρόνος γι αυτήν σταμάτησε στο άκουσμα του θανάτου του αγαπημένου της εγγονού.
«Η ζωή είναι πλέον για μένα βάσανο. Δε θέλω πια τίποτα…», είπε στο «Τούνελ».
Δείτε περισσότερα για την σοκαριστική αυτή υπόθεση, εδώ.