Σόκαρε η νέα συνομιλία της Νικολούλη και του φερόμενου δολοφόνου της εφοριακού
Ο Μανώλης Σοροπίδης που ομολόγησε πως δολοφόνησε την όμορφη Δώρα Ζέμπερη και μετά ανακάλεσε, μίλησε και πάλι στην δημοσιογράφο μέσα από τις φυλακές Δομοκού όπου κρατείται…
Επέμεινε για μια ακόμη φορά ότι η Δώρα δεν «χάθηκε» από τα δικά του χέρια και πως ζει σαν στιγματισμένος. Ανέφερε πως αφού η κοινή γνώμη θέλει να είναι αυτός ο ένοχος, θα πάει στο δικαστήριο και θα δεχτεί την ποινή της ισόβιας κάθειρξης.
Σχετικά με τους ισχυρισμούς του ότι την μοιραία μέρα φορούσε γύψο στο χέρι του, είπε πως έβγαλε τον γύψο και άφησε τις ματωμένες γάζες εκεί που πέταξε τη τσάντα της κοπέλας που έκλεψε. Μετά ξαναφόρεσε τον γύψο γιατί πονούσε!
Απαντώντας στις επίμονες και αιφνιδιαστικές ερωτήσεις της δημοσιογράφου έπεσε σε αντιφάσεις. Ενώ υποστήριξε πως βρισκόταν μόνος του στο νεκροταφείο, απέφυγε να ξεκαθαρίσει αν μαχαίρωσε ο ίδιος τη Δώρα. Είπε ακόμα ακόμα πως πέταξε σε κάδο σκουπιδιών την τσάντα του θύματος, το μαχαίρι, τη ματωμένη μπλούζα του και τις ματωμένες γάζες από τον γύψο που αφαίρεσε προσωρινά!
Η μαρτυρία που έφτασε στο «Τούνελ» από τον τόπο του άγριου φονικού, προκάλεσε νέα ερωτήματα.
Μάρτυρας που βρέθηκε στο νεκροταφείο την ημέρα της δολοφονίας, είδε έναν άνδρα μετρίου αναστήματος να κινείται προς το σημείο όπου έγινε το φονικό. Μιλούσε συνεχώς στο τηλέφωνο του και πίσω από το αριστερό του πόδι κρεμόταν μια αλυσίδα.
Οι εξελίξεις προκάλεσαν έντονη συζήτηση μεταξύ των νομικών εκπροσώπων του κατηγορούμενου και των συγγενών του θύματος.
Σε ζωντανή σύνδεση μέσω Skype, η νομική εκπρόσωπος της μητέρας και των αδελφών της Δώρας Γιάννα Παναγοπούλου, ανέφερε:
«Είναι προκλητικό κάποιος που έχει ομολογήσει ένα έγκλημα να έρχεται τώρα και να μοιρολογεί χωρίς να δίνει καμία πειστική απάντηση σε καίρια ερωτήματα. Λέει ότι στιγματίστηκε και πως πρόκειται να τιμωρηθεί με την βαρυτέρα των ποινών. Δηλώνει ότι συμπονά την οικογένεια της Δώρας, αλλά δεν τους δίνει απαντήσεις. Κοροϊδευόμαστε; Εκτός των άλλων να μας εξηγήσει γιατί το BMW όχημα ιδιοκτησίας του, θεάθηκε πριν το έγκλημα να περνάει αρκετές φορές από το σπίτι της Δώρας».
Το λόγο στο σημείο αυτό πήρε ο συνήγορος υπεράσπισης του Σοροπίδη, Βασίλης Νουλέζας:
«Δεν έχει καμία σχέση αυτό με παρακολούθηση. Στο νεκροταφείο την παρακολουθούσε για είκοσι μέρες. Υπήρξε σχεδιασμός να γίνει ένοπλη ληστεία, αλλά τελικά από πίσω υπήρχε σχέδιο δολοφονίας. Ο κατηγορούμενος δεν είναι υποχρεωμένος να αποδείξει σε ποιον ανήκει το ορφανό DNA που εντοπίστηκε στο θύμα. Δεν θα απολογηθεί για τις ελλείψεις στην έρευνα. Είναι δυνατόν να μην έχει γίνει αναπαράσταση; Πως θα πάμε σε δίκη στις 4 Ιουλίου, όταν δεν έχει ταυτοποιηθεί το ορφανό DNA και όταν δεν έχει αποκαλυφθεί ποιος έστειλε μήνυμα στη Δώρα να μην πάει στο νεκροταφείο;»
Σχετικά με τον γύψο που ανέφερε πως αφαίρεσε προσωρινά ο εντολέας του, τόνισε πως πρόκειται για νάρθηκα που του έβαλαν στο ΚΑΤ.
Ο δικηγόρος του πατέρα του θύματος Απόστολος Λύτρας, είπε στο «Τούνελ»:
«Είναι βέβαιο πως ο κατηγορούμενος βρισκόταν στον τόπο του εγκλήματος. Αν υπάρχει άλλος ή άλλοι δράστες ή ηθικοί αυτουργοί, είμαστε εδώ για να συνεχιστεί ή έρευνα. Μέχρι στιγμής υπάρχει ένας κατηγορούμενος που φέρεται προκλητικά και δεν βοηθά την οικογένεια».
«Πριν το φονικό είδα έναν άνδρα με αλυσίδα…»
Η μάρτυρας που μίλησε στο «Τούνελ», εκείνο το μοιραίο απόγευμα λίγο πριν συμβεί το άγριο φονικό είχε επισκεφθεί το μνήμα του γιου της. Άφησε τη τσάντα της στο μπροστινό μέρος και πήγε πίσω από το μνήμα. Θορυβημένη μήπως κάποιος της πάρει τη τσάντα, καθώς είχε ακούσει για ανάλογα περιστατικά , πρόσεχε γύρω της και τότε παρατήρησε έναν άνδρα που μιλούσε στο κινητό του.
Τον είδε να κατευθύνεται προς το σημείο που αργότερα μαχαίρωσαν την άτυχη εφοριακό. Αυτό που της έκανε εντύπωση , ήταν πως είχε κρεμασμένη πάνω του μια αλυσίδα.
«Μου φάνηκε πολύ παράξενο όταν είδα την αλυσίδα να κρέμεται πίσω από το αριστερό του πόδι. Δεν μπορούσα να καταλάβω αν κρεμόταν από τη ζώνη ή την τσέπη του. Πάντως θυμάμαι πως φορούσε τζιν παντελόνι.» τόνισε η μάρτυρας χαρακτηριστικά.
«Τον είδα που είχε πάει εκεί πέρα και μετά ξαναγύριζε προς τα πίσω. Αλλά μέχρι που ακριβώς, δεν πρόσεξα. Όλη αυτή την ώρα μιλούσε στο τηλέφωνο».
Η ίδια δεν παρατήρησε τα χαρακτηριστικά του προσώπου του παρά μόνο τη σιλουέτα του, την αλυσίδα που φορούσε γιατί της έκανε εντύπωση και πως ήταν μετρίου αναστήματος. Όπως είπε δεν πιστεύει πως η φιγούρα αυτού του άνδρα ταιριάζει στου Σοροπίδη.
Όλα όσα είπε ο κατηγορούμενος μέσα από τις φυλακές
Η δημοσιογράφος μετέφερε στον κατηγορούμενο την έκκληση της οικογένειας της άτυχης Δώρας να αποκαλύψει τι πραγματικά συνέβη το μοιραίο απόγευμα που δολοφονήθηκε.
Ο διάλογος μεταξύ τους ήταν χαρακτηριστικός:
«Να ξέρετε πως η οικογένεια θα ικανοποιηθεί μόνο όταν μάθει ποιος είναι ο αληθινός δολοφόνος». Η φράση του αυτή, προκάλεσε την αντίδραση της δημοσιογράφου.
«Μανώλη δεν μου τα λες καλά. Από την αρχή ομολόγησες πως εσύ τη δολοφόνησες και το αίμα της βρέθηκε στις χαρτοπετσέτες που σκούπισες τα χέρια σου και πέταξες στον τόπο. Μετά ενέπλεξες κι άλλα πρόσωπα στην ιστορία. Κανείς δεν θέλει να σταυρώσει έναν αθώο όπως λες. Την αλήθεια ζητάει να μάθει η οικογένεια της» επέμεινε η ερευνήτρια, η οποία συνέχισε να τον ρωτάει.
-«Πέταξες το μαχαίρι για να απαλλαγείς από αυτό. Άρα το είχες χρησιμοποιήσει…».
-«Όχι! » απάντησε ο Σοροπίδης, «Άθελα μου η κοπέλα έπεσε πάνω μου και μου ‘πιασε το χέρι από το γύψο…».
-«Μα δεν φορούσες γύψο. Οι φωτογραφίες από τις κάμερες ασφαλείας όταν πήγες να πουλήσεις τον κινητό, δείχνουν ότι δεν τον φορούσες», τόνισε η Αγγελική Νικολούλη.
-«Τον είχα βγάλει γιατί είχαν αίματα οι γάζες», ισχυρίστηκε εκείνος.
Στην πορεία όμως έπεσε σε αντιφάσεις για το σημείο που τις άφησε.
Της απάντησε πως αρχικά έβγαλε τον γύψο, άφησε τις ματωμένες γάζες εκεί που πέταξε τη τσάντα της κοπέλας και μετά πως τον ξαναφόρεσε γιατί πόναγε το χέρι του!
Μετά είπε πως το επίμαχο μαχαίρι το πέταξε μαζί με την μπλούζα του και τις ματωμένες γάζες, σε κάδο σκουπιδιών στο γήπεδο…
Στη συνέχεια άλλαξε ύφος και κουβέντα. Προσπάθησε και πάλι να προκαλέσει τη συμπόνια της δημοσιογράφου λέγοντας πως έχει κι αυτός κορίτσι και καταλαβαίνει τον πόνο της οικογένειας. Είπε πως δεν είχε δει τη Δώρα παρά μόνο τη τσάντα της. Όταν πήγε να την αρπάξει η κοπέλα τον αντιλήφθηκε και τον τράβηξε από πίσω.
Έλεγε και ξανάλεγε πως «η κοπέλα αυτή έπρεπε να είναι στη ζωή, δεν έπρεπε να έχει πεθάνει, κάποια στιγμή θα δικαιωθώ. Τέλειο έγκλημα δεν υπάρχει!».
Δείτε καρέ- καρέ την βαθιά έρευνα του «Τούνελ» γύρω από την υπόθεση εδώ.