Λίγες εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση του φιλμ Mykonos, The Soul of an Island, ο δημιουργος Νίκος Μαστοράκης περιγράφει με αιχμηρό τρόπο όσα δεν έδειξαν οι κάμερες στο νησί και εξηγεί το λόγο που δεν θα κάνει ξανά ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους.

Aν και για πολλούς ο Αύγουστος είναι ένας μήνας θερινής ραστώνης, για τον Νίκο Μαστοράκη ο Αύγουστος του 2017 αποτέλεσε πηγή έμπνευσης. Και για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι, ορισμένες ειδήσεις που διάβασε στο Διαδίκτυο ήταν ουσιαστικά η αφορμή που το Mykonos, The Soul of an Island πήρε σάρκα και οστά. «Διάβαζα ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Βασίλη Μπόνιου στο Kourdistoportocali.com αλλά και του Φρίξου Δρακοντίδη στο protothema.gr σχετικά με την παρανομία, τα σκάνδαλα και τους bodyguards της Μυκόνου και είπα μέσα μου πως αυτό είναι ωραίο θέμα για έρευνα. Έτσι, επιστράτευσα φίλους μου από το facebook, όπως τον Νίκο Αξελή και τον Πέτρο Νάζο του Mykonos TV Live, που είχε πολύτιμο αρχείο, για να ξεκινήσουμε τα γυρίσματα. Το αρχικό μου σχέδιο ήταν να συλλέξω υλικό για ένα 20λεπτο φιλμ μικρού μήκους και να βγάλω τα δικά μου “φιλμικά” απωθημένα, με περιορισμένα έξοδα. Όταν, όμως, ξεκίνησα να βλέπω το υλικό, διαπίστωσα πως όλο αυτό απαιτεί πολλή δουλειά, προσοχή, σεβασμό και πολύ βάθος» περιγράφει στο People.

«Πολλά πράγματα στη Μύκονο δεν είναι φυσιολογικά, αλλά παρά φύση»

Έχοντας γυρίσει τέσσερις ταινίες στο «νησί των ανέμων», η Μύκονος για το σκηνοθέτη ήταν ένα γνώριμο μέρος, αλλά κι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον και συναρπαστικό αντικείμενο μελέτης. Μιας μελέτης που κράτησε τρεις ολόκληρους μήνες, ενώ αναρωτιέμαι αν η εξοικείωσή του με το νησί βοήθησε στην έρευνα, από την άποψη πως οι πόρτες άνοιγαν πιο εύκολα και οι πληροφορίες έρχονταν πιο γρήγορα. «Συνοπτικά μπορώ να σου πω ότι μόνο η Αστυνομική Διεύθυνση της Σύρου δεν απάντησε ποτέ, όταν ζητήσαμε να μιλήσουμε με το διοικητή του αστυνομικού τμήματος Μυκόνου. Αλλά και το να μην απαντά κάποιος είναι ένα είδος modus operandi, δηλαδή ασφαλής τρόπος σκέψης και λειτουργίας σε μια συνθήκη.

Ο δήμαρχος Μυκόνου, Κωνσταντίνος Κουκάς, απάντησε θετικά με προσωπικό μήνυμα σχεδόν αμέσως, όπως και οι περισσότεροι επιχειρηματίες του νησιού. Επίσης, δεν βρήκα κανέναν να μου θέσει όρους για να μιλήσει, όπως και δεν δέχτηκα από κανέναν κεράσματα και προτάσεις για lunch και dinner ή οτιδήποτε άλλο που θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως απόπειρα χειραγώγησης της προσωπικής μου γνώμης» ξεκαθαρίζει. Ο δήμαρχος Κουκάς απάντησε στις δύσκολες και καίριες ερωτήσεις που του έθεσε; «Δεν περιμένεις ποτέ από ένα δημοτικό άρχοντα να σου απαντήσει με πλήρη ειλικρίνεια. Από την άλλη, είμαι βέβαιος πως δεν του άρεσε καθόλου η ερώτηση που του έκανα για την εταιρεία security που φυλάει τα δημοτικά κτίρια, διότι η συγκεκριμένη εταιρεία εμπλεκόταν στον ξυλοδαρμό του Κύπριου Βαγγέλη Πέππου, καθώς ο πυγμάχος που τον τραυμάτισε ήταν δικός της υπάλληλος. Είναι λογικό και φυσιολογικό σε ένα νησί τέτοιου πλούτου, εισερχόμενου και εξερχόμενου, να μην υπάρχει τμήμα διώξεως ναρκωτικών, διώξεως εγκλήματος, αλλά μόνο αστυνομία; Πολλά πράγματα στη Μύκονο δεν είναι φυσιολογικά, αλλά παρά φύση. Το νησί από πάσης πλευράς είναι παραμελημένο. Τόσο από τη δημοτική αρχή όσο και από την κεντρική κυβέρνηση, που δεν νοιάζεται για τη Μύκονο και τις παρανομίες και τις ανομίες που γίνονται στο νησί, αρκεί να τα παίρνει χοντρά». Και μιας και μιλάμε για παρανομίες, ο ίδιος αποκαλύπτει στο People όσα είδε με τα μάτια του και δεν συμπεριέλαβε στο φιλμ εξηγώντας το γιατί. «Αν στη Μύκονο αναζητήσει κάποιος τις παρανομίες, καταγράφοντας και ονομάζοντάς τες, τότε μπορεί και να απειληθεί η ζωή του. Στην ανομία της Μυκόνου δεν μπορείς να επέμβεις χειρουργικά αλλά φαρμακευτικά, όπως χειρίστηκα και εγώ παρανομίες που είδα. Ακαδημαϊκά και χωρίς να έχω οπτικό υλικό για να το υποστηρίξω, θα μπορούσα να σου πω ότι είδα συναλλαγή για ναρκωτικά, αλλά χωρίς να βγάλω κάμερα να το καταγράψω. Όταν εξερευνάς και διερευνάς, πρέπει να είσαι συμφιλιωμένος με την ιδέα πως καμία αρχή δεν μπορεί να επέμβει σε ένα σύμπλεγμα νόμου, παρανομίας, ανομίας, χρηματισμού, γιατί αυτό το σύμπλεγμα έχει γίνει ιδιαίτερα συμπαγές και αποτελεί την ουσιαστική μορφή στο νησί».

Ποια ήταν η αντίδραση του δημάρχου Κουκά όταν είδε το φιλμ για τη Μύκονο; «Ο φίλτατος Κώστας Κουκάς μού έστειλε ένα μήνυμα στο οποίο μου έλεγε πως δεν βρήκε το χρόνο να το δει ολόκληρο. Μου φαίνεται παράλογο, παράδοξο, ο δήμαρχος ενός νησιού που το όνομά του πρωταγωνιστεί σε διεθνή φεστιβάλ να μην έχει τη φυσική περιέργεια να δει το φιλμ που έγινε για το νησί του. Απαράδεκτο, ασυγχώρητο, αλλά κατανοητό, γιατί πιθανόν ο δήμαρχος μέσα στο περιεχόμενο του φιλμ να βρήκε πράγματα που να μην ήταν τόσο ευχάριστα. Πιθανόν, ο Κώστας Κουκάς να περίμενε πως το φιλμ θα είναι αγιογραφία για εκείνον και τη Μύκονο και κατά συνέπεια να ξίνισε με ορισμένα πράγματα που είδε και άκουσε. Να σου πω, όμως, κάτι; Αν το είχε δει δέκα φορές και ήταν απόλυτα ικανοποιημένος και πανευτυχής, θα ήταν προσβολή για την αντικειμενικότητα του φιλμ. Όταν η εξουσία είναι δυσαρεστημένη με αυτό που κάνεις, τότε ξέρεις ότι, έστω και με ήπιο τρόπο, έχεις κρίνει την εξουσία και της έχεις γίνει μη αρεστός».

«Μου έκλεισε η όρεξη να κάνω μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ»

Ο τίτλος του ντοκιμαντέρ είναι Mykonos, The Soul of an Island. Ύστερα από τα πολύωρα γυρίσματα που έγιναν Αύγουστο, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο, ποιο είναι το δικό του συμπέρασμα για την ψυχή της Μυκόνου; Πόσο «πουλημένη» και «δοσμένη» είναι; «Οι αγοραστές πουλάνε την ψυχή τους στη Μύκονο κι εκείνη με τη σειρά της τους δανείζει επί χρήμασι τη δική της ψυχή για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Είναι μια ονειρεμένη συναλλαγή του καλού με το κακό, του νόμιμου με το παράνομο και του φτωχικού με το πλούσιο, ώστε να συνυπάρχουν όλα αυτά αρμονικά και να φτιάχνουν το μικρόκοσμο που τον θαυμάζουν όλες οι φυλές της γης» περιγράφει γλαφυρά. Η Μύκονος για τον Νίκο Μαστοράκη είναι ένα γνώριμο μέρος από τη δεκαετία του 1960 καθώς, πέρα από τις ταινίες που γύρισε εκεί, είναι ένα νησί που αγάπησε από τα νεανικά του χρόνια. Μάλιστα, στο τέλος του ’90 αγόρασε και το δικό του σπίτι, κοντά στον Ορνό. «Εκείνο το καλοκαίρι, φίλοι μού είπαν πως ένα σπίτι στο ίδιο συγκρότημα που βρίσκεται και το δικό τους είναι προς πώληση. Ήταν ακόμα στα μπετά. Πήγα να το δω και με τις ελάχιστες ακροβατικές μου δεξιότητες ανέβηκα πάνω στις τσιμεντοκολόνες, αγνάντεψα το ηλιοβασίλεμα και την επόμενη μέρα υπέγραψα τα συμβόλαια. Η αλήθεια είναι πως δεν πηγαίνω πια συχνά, αλλά όταν είμαι εκεί τα καλοκαίρια ξεκαθαρίζω στους φίλους μου πως όποιοι θέλουν μπορούν να βγαίνουν για clubbing, αλλά εγώ θα τους περιμένω να γυρίσουν». Τώρα που έκανε το φιλμ μεγάλου μήκους για τη Μύκονο, σκέφτομαι αν του άνοιξε η όρεξη για το επόμενο. «Όχι, αντίθετα, μου έκλεισε η οποιαδήποτε όρεξη να κάνω μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ. Με εξαίρεση την καλλιτεχνική επιβράβευση, δεν υπάρχει τίποτα που να με τραβάει στο να ξανακάνω κάτι αντίστοιχο. Είναι δύσκολο, χρονοβόρο, με περιορισμένη εμπορική δύναμη και ελάχιστους πρόθυμους αγοραστές. H όλη διαδικασία κόστισε τόσο πολλά, δυσανάλογα με την εμπορική του αξία, που δεν είμαι σίγουρος αν θα τα βγάλει ποτέ. Όμως, κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού μου υπάρχει η ικανοποίηση ότι μια φορά στη ζωή μου έκανα κάτι αφήνοντας τον εαυτό μου έρμαιο στο καλλιτεχνικό μου ένστικτο. Επτά επίσημες συμμετοχές και τρία βραβεία στα φεστιβάλ όπου έχει προβληθεί μέχρι στιγμής είναι κάτι που κάποιος στη θέση μου ίσως ήθελε να έχει στο τέλος της καριέρας του. Οπότε θα μου μείνει σίγουρα μια ικανοποίηση» λέει με ειλικρίνεια.

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη στο People, που κυκλοφορεί αυτή την Κυριακή, μαζί με το Πρώτο Θέμα.