
Εκατό χρόνια από τη γενοκτονία των Ποντίων
Οι εκτοπισμοί στον Πόντο και η εξολόθρευση ενός ολόκληρου λαού – Βιασμοί γυναικών, κάψιμο και λεηλασίες περουσιών
της Παναγιώτας Ιωακιμείδου*
Έχουν περάσει 100 χρόνια περίπου και οι πληγές της Γενοκτονίας των προγόνων μας αιμορραγούν ακόμα. Ήταν τόσο βαθιές που δεν μας αφήνουν να ξεχάσουμε τα τραγικά γεγονότα της θηριωδίας των Τούρκων.
Η ιστορία των εκτοπισμών ξεκίνησε με την έκρηξη του πολέμου το 1916 και συνεχίστηκε μέχρι το 1924,κράτησε οκτώ χρόνια. Οι Έλληνες Πόντιοι εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας για λόγους δήθεν στρατιωτικής ασφαλείας,στην πραγματικότητα όμως γιατί ήθελαν να τους αφαιρέσουν τη ζωή και κάθε κινητή και ακίνητη περιουσία.
Οι εκτοπισμοί της πρώτης φάσης ξεκίνησαν σε όλο τον Πόντο τέλη Απριλίου του 1916, μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Ρώσους, και φούντωσαν το χειμώνα του 1916-1917.Αρχίζει το μακελειό.Ο θάνατος περιοδεύει πάνω από τις πανάρχαιες εστίες.
Τα ματωμένα Χριστούγεννα του 1916 καίγονται χωριά,εκκλησίες,σχολεία.
Γυναίκες βιάζονται,περιουσίες λεηλατούνται.
Ξεκινούν εκτοπισμοί, προορισμός ο θάνατος.Ταλαάτ πασάς και Εμβέρ πασάς είναι οι απηνείς διώκτες των Ποντίων και ο κακός τους δαίμονας.Είχαν υποσχεθεί στους Αμερικανούς να μην εξορίσουν τα παιδιά και τις γυναίκες,αλλά την επόμενη μέρα 31 Ιανουαρίου 1917 ο Ταλαάτ πασάς δηλώνει:«Βλέπω να πλησιάζει η ώρα να ξεκαθαρίσουμε τώρα με τους Έλληνες,όπως το 1915 με τους Αρμένιους».
Ο χειμώνας του 1917 ήταν πολύ βαρύς. Μέσα σε βαριά κακοκαιρία και χιόνια εκτοπίζονται χιλιάδες Πόντιοι στα βάθη της Μικράς Ασίας χωρίς να ξέρουν τον τόπο του εκτοπισμού τους. Οι τόποι των εκτοπισμών βρίσκονταν σε απάτητα και χιονοσκεπή βουνά σε απόσταση πολλών ημερών και βδομάδων ακόμα από τον τόπο της κατοικίας τους.Πριν προλάβουν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους εφορμούσαν σαν πεινασμένα όρνια οι τσέτες, οι στρατιώτες, οι χωροφύλακες και έκαναν πλιάτσικο περιουσιών και ζωών. Λεηλατούσαν τα σπίτια μπροστά στα μάτια των Ποντίων που ακόμα δεν είχαν προλάβει να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και στη συνέχεια τους έβαζαν φωτιά.Οι εκτοπισμένοι φορτώνονταν στη ράχη τους λίγα χρειώδη και αναχωρούσαν για το «πουθενά».Κλάματα,σπαραγμοί και θρήνοι.Παρακάλια από τους εκτοπισμένους, γέλια,ειρωνείες,βαρβαρότητες από τους Τούρκους.
Αναχωρούσαν με τη συνοδεία των τζεντερμέδων μήπως και διαφύγει κάποιος και σωθεί. Οι γέροι, τα μωρά και οι άρρωστοι άφηναν την τελευταία τους πνοή εκεί στα άξενα μέρη.Πεινασμένοι,διψασμένοι,κατάκοποι δεν ήξεραν πού τους πάνε και ποιά θα ήταν η τύχη τους.Οι ταλαιπωρημένοι και άρρωστοι εγκαταλείπονταν στους δρόμους χωρίς γυρισμό.Δεν επέτρεπαν στους οικείους τους να τους βοηθήσουν.Πέθαιναν μόνοι τους ή τους σκότωναν οι συνοδοί χωροφύλακες.Υπάρχει πιο απάνθρωπη συμπεριφορά από αυτήν;Να βλέπεις το δικό σου άνθρωπο να σε ικετεύει να μην τον εγκαταλείψεις και να μην μπορείς να κάνεις τίποτα.Θλιβερό το θέαμα των μανάδων που θήλαζαν τα βρέφη νεκρές και άταφες με τα μωρά να βυζαίνουν μέχρι να πεθάνουν και αυτά από πείνα.
Διαβάστε περισσότερα στο Protothema.gr