
Χρήστος Σιμαρδάνης: Είχε τέσσερις όγκους στον εγκέφαλο-Του έδιναν τρεις μήνες ζωής
Ο Χρήστος Σιμαρδάνης έφυγε από τη ζωή πριν από λίγες ημέρες βυθίζοντας στη θλίψη τους οικείους του, ενώ ο ίδιος δεν είχε μιλήσει για το σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε, λεπτομέρειες του οποίου έρχονται τώρα στο φως της δημοσιότητας.
Μιλώντας στο περιοδικό Λοιπόν και την Ρενέ Σαραντινού, ο ηθοποιός Πάνος Σταθακόπουλος, στενός φίλος του εκλιπόντα τα τελευταία είκοσι χρόνια, αποκαλύπτει, μεταξύ άλλων, πως οι γιατροί του είχαν βρει τέσσερις όγκους στον εγκέφαλο και του έδιναν τρεις μήνες ζωής, αλλά και πως δεν μπήκε στη διαδικασία των ενέσεων και των χημειοθεραπειών.
Το τελευταίο «αντίο» στον Χρήστο Σιμαρδάνη
«Ο Χρήστος δεν γνώριζε την κατάστασή του… ή τη γνώριζε; Ποτέ δεν το καταλάβαμε αυτό. Δεν ήθελε να μας πικράνει, να παίξουμε θέατρο για να του λέμε “όχι, δεν είναι έτσι”. Αυτό ίσως συνέβη γιατί, μετά τους γιατρούς που είπαν τι έχει, δεν μπαινόβγαινε σε νοσοκομεία. Έμεινε στο σπίτι του, δεν έκανε χημειοθεραπείες, οπότε δεν μπορούσε να το φανταστεί», λέει και συνεχίζει: «ήταν στο σπίτι του. Πόσο άρρωστος να φανταστεί ότι ήταν αφού δεν πήγαινε στους γιατρούς και δεν έκανε χημειοθεραπείες; Κάποιες στιγμές, όταν λέγαμε κάτι, μετρούσε με πολύ χιούμορ “εντάξει, δεν πέθανα ακόμη” και γελούσαμε όλοι. Δεν γνώριζε, σίγουρα, το ότι οι γιατροί του είχαν δώσει τρεις μήνες ζωής. Είχε τέσσερις όγκους στον εγκέφαλο και ο ένας πάρα πολύ μεγάλος, δεν γνώριζε ακριβώς την κατάστασή του».
Χρήστος Σιμαρδάνης: Η επιθυμία που δεν πρόλαβε να εκπληρώσει
Μιλώντας για τις τελευταίες στιγμές του συναδέλφου και φίλου του, επισημαίνει πως «έφυγε» χωρίς πόνους και συνεχίζει: «δεν μπήκε στην διαδικασία των ενέσεων και των χημειοθεραπειών, απλώς, μέρα με τη μέρα, τον κατέβαλε η ασθένεια στο να μην μπορεί να περπατήσει, να κάνει πράγματα, ούτε να δει καλά, γιατί είχε μείωση της όρασης. Κατέπεσε τώρα τελευταία, χωρίς να νιώθει πόνο καθόλου κι αυτό ήταν παρήγορο. Έζησε καλά, με ό,τι ήθελε, με τα ταξίδια του, με αξιοπρέπεια, ήταν κύριος… Έφυγε νεότατος».
«Ήταν άτυχος, γιατί δεν του δόθηκε ο χρόνος να πολεμήσει την αρρώστια του, αν την πολεμούσε… Είχε οικογένεια, τους φίλους του, οι οποίοι ήταν εκεί μέρα και νύχτα. Δεν έμεινε στιγμή μόνος του! Θα μου λείψουν τα βράδια που μιλούσαμε στο τηλέφωνο. Μου έστελνε μηνύματα στο Facebook “είσαι σπίτι να τα πούμε;”. Όπου πιάναμε το τηλέφωνο και ξεχνούσαμε να το κλείσουμε…», καταλήγει.