Δώρα Ζέμπερη: Ένας μεγαλοδικηγόρος και ο Χάρης με έβαλαν να σκοτώσω την εφοριακό
Τα πρόσωπα που υποστηρίζει ότι του έκλεισαν «συμβόλαιο θανάτου» για τη Δώρα Ζέμπερη θα κληθεί να υποδείξει ο 58χρονος καθ’ ομολογίαν δολοφόνος της 32χρονης εφοριακού την ερχόμενη Τρίτη, σε νέα συμπληρωματική απολογία που θα δώσει ενώπιον του 18ου τακτικού ανακριτή.
Σε χειρόγραφο υπόμνημά του προς τον δικαστικό λειτουργό ο Εμμανουήλ Εσσατζανιάν – Σοροπίδης ισχυρίζεται ότι ιθύνων νους της δολοφονίας είναι ένας… μεγαλοδικηγόρος (!) της Ευελπίδων, τον οποίο αποκαλεί «αφεντικό», και ακόμη ένα πρόσωπο με το όνομα «Χάρης», οι οποίοι φέρεται ότι τον δελέασαν με 30.000 ευρώ.
«Ο εμπλεκόμενος ως αρχηγός και αποκαλούμενος αφεντικό έχει οικονομική επιφάνεια. Το δικαστήριο είναι δύσκολο να τα βάλει μαζί του γιατί έχει πελάτες πλούσιους, ονόματα που ακούγονται συχνά για μεγάλα ποσά και γνωστούς πολιτικούς. Κυκλοφορεί στα μεγάλα σαλόνια και οι πελάτες του εμπλέκονται ακόμα και σε κατάχρηση χρημάτων του Δημοσίου» αναφέρει!
«Γι’ αυτό τους ενοχλούσε η κοπέλα και ήθελαν στη θέση της να βάλουν δικό τους και ποιος ξέρει τώρα τι γίνεται» σημειώνει στο υπόμνημα, ενώ σε άλλο σημείο αναφέρει ότι στην υπόθεση εμπλέκονται και δύο αστυνομικοί, οι οποίοι «βρίσκονται στη δούλεψη του “αφεντικού” για μεγάλο χρονικό διάστημα»!
Για τον «Χάρη» τονίζει μεταξύ άλλων ότι εκείνος του υπέδειξε σε ποιο κατάστημα να πάει για να πουλήσει το κινητό της 32χρονης, γεγονός που στη συνέχεια τον παραξένεψε, όταν συνειδητοποίησε ότι υπήρχαν κάμερες.
Η αλήθεια
«Με θέλουν νεκρό για να λήξει το θέμα και να ξεχαστεί. Η ζωή μου βρίσκεται στα χέρια σας» ισχυρίζεται ο κατηγορούμενος στον ανακριτή και, αφού ζητά τη μεταγωγή του σε ασφαλέστερο σωφρονιστικό κατάστημα, προσθέτει: «Ο,τι κάνω το κάνω για να λάβετε γνώση της αληθείας». «Πρόκειται για μια περίπλοκη ποινική υπόθεση, για την οποία από την πρώτη στιγμή αγωνίζονται ενώπιον της Δικαιοσύνης η μητέρα και τα αδέλφια της αδικοχαμένης Θεοδώρας Ζέμπερη, ώστε να υπάρξει δικαίωση στη μνήμη της άτυχης κοπέλας» εξηγεί στην «Espresso» η δικηγόρος της οικογένειας του θύματος Γιάννα Παναγοπούλου και προσθέτει: «Η οικογένεια κάνει έκκληση στον κατηγορούμενο να σεβαστεί τον πόνο της, να επιδείξει έμπρακτη μετάνοια λέγοντας την αλήθεια ενώπιον του ανακριτή, στη νέα συμπληρωματική απολογία που αναμένεται να δώσει, και τον καλεί να δώσει συγκεκριμένα στοιχεία για να βοηθήσει ουσιαστικά στην απονομή της δικαιοσύνης. Διαφορετικά η οικογένεια θεωρεί ότι οι αοριστίες και οι γενικότητες από πλευράς του κατηγορουμένου ουδέν εισφέρουν στην ανάκριση. Απεναντίας, δυσχεραίνουν τη θέση του και διαιωνίζουν τη δεινή και εφιαλτική κατάσταση την οποία διάγει η οικογένεια».
Υστερα από αναφορά που κατέθεσαν στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου η μητέρα και τα αδέλφια της 32χρονης, στην οποία επισυνάπτουν πόρισμα του 2013 (!) για ανύπαρκτα μέτρα ασφαλείας στο Β’ Κοιμητήριο, δόθηκε παραγγελία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών για προκαταρκτική έρευνα, για να διαπιστωθεί αν έχουν τελεστεί αυτεπαγγέλτως διωκόμενα εγκλήματα από τους υπευθύνους για τη λειτουργία του και των υπόλοιπων κοιμητηρίων του Δήμου Αθηναίων.
ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ 58ΧΡΟΝΟΥ
Επιφυλάξεις εκφράζουν οι αστυνομικοί της Ασφάλειας απέναντι στους ισχυρισμούς του δολοφόνου της άτυχης Δώρας Ζέμπερη, που υποστηρίζει ότι εκτέλεσε «συμβόλαιο θανάτου» από δύο άτομα που του έταξαν 30.000 ευρώ για να βγάλει από τη μέση την άτυχη εφοριακό.
Οι έμπειροι αστυνομικοί θέτουν συγκεκριμένα ερωτήματα σχετικά με τους ισχυρισμούς του, με πρώτο ότι δεν αναφέρθηκε στο υποτιθέμενο «συμβόλαιο θανάτου» όταν εξιστορούσε με κάθε λεπτομέρεια το έγκλημα κατά τη διάρκεια της ομολογίας του. Οσο για το κινητό της άτυχης Δώρας, που ο δολοφόνος υποστηρίζει χαρακτηριστικά στο υπόμνημά του ότι οι δύο «εργοδότες» του πρότειναν να πουλήσει στην Ομόνοια για «ανταλλακτικά», αποδείχθηκε από τις έρευνες ότι ήταν αυτό που οδήγησε τους αστυνομικούς στα ίχνη του.
Οι αστυνομικοί αναρωτιούνται ακόμη γιατί ο δράστης δεν κατονομάζει τους ηθικούς αυτουργούς και γιατί εκείνοι επέλεξαν έναν σεσημασμένο τοξικομανή, ενώ με λιγότερα χρήματα θα μπορούσαν να «νοικιάσουν» έναν επαγγελματία εκτελεστή από την αλβανική μαφία που θα έκανε «καθαρή» δουλειά και θα φρόντιζε να χαθούν τα ίχνη του, αφήνοντας και τους ίδιους στο απυρόβλητο.