Ακταιωρός Φαέθων: Επιστρέφουν στην πατρίδα τα λείψανα πέντε ηρώων
Τα λείψανα των πέντε πεσόντων του «ΦΑΕΘΩΝ», μετά από το πέρας της τελετής θα μεταφερθούν στην Ελλάδα με ειδική πτήση μεταγωγικού αεροσκάφους της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας C-27
Στις 8:30π.μ., ξεκίνησε στον Ιερό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, η επίσημη τελετή παράδοσης των λειψάνων των πέντε από τα έξι μέλη του πληρώματος της ακταιωρού «ΦΑΕΘΩΝ», (το έκτο μέλος, Νιάφας Νικόλαος παραδόθηκε πριν από λίγους μήνες), καθώς και άλλων δύο Ελλήνων πεσόντων: του Έφεδρου Ανθυπασπιστή Βασίλειου Κουκουσούλη, που έπεσε μαχόμενος στον Παχύαμμο Τυλληρίας τον Αύγουστο του 1964 και του Συνταγματάρχη Αθανάσιου Φωτόπουλου, που έπεσε μαχόμενος κατά την τουρκική εισβολή τον Ιούλιο του 1974.
Εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας θα παραστεί και θα εκφωνήσει ομιλία ο Επίτροπος Προεδρίας κ. Φώτης Φωτίου.Την Ελληνική Κυβέρνηση θα εκπροσωπήσει ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας κ. Δημήτρης Βίτσας.Το τρισάγιο θα τελέσει ο Μακαριότατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος Β΄ .Στην τελετή έχουν προσκληθεί και θα παρευρεθούν και συγγενείς των πεσόντων από την Ελλάδα.
Μετά από το πέρας της τελετής και με απόφαση των οικογενειών, θα ακολουθήσει στο Κοιμητήριο Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης η ταφή των λειψάνων του Συνταγματάρχη Αθανάσιου Φωτόπουλου, καθώς και η ταφή των ανευρεθέντων και ταυτοποιηθέντων οστών του Ανθυπασπιστή Βασίλειου Κουκουσούλη.
Τα λείψανα των πέντε πεσόντων του «ΦΑΕΘΩΝ», μετά από το πέρας της τελετής θα μεταφερθούν στην Ελλάδα με ειδική πτήση μεταγωγικού αεροσκάφους της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας C-27. Σημειώνεται ότι στις 12 μ., στο παλαιό Αεροδρόμιο Λάρνακας, θα αποδοθούν οι δέουσες τιμές και θα ακολουθήσει η αναχώρηση της πτήσης για την Αθήνα.
Ο βομβαρδισμός
Την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου του 1959 ακολούθησε η υποβολή των 13 σημείων του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄, το 1963, για τροποποίηση του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ξεκίνησε τότε μία περίοδος ιδιαίτερης έντασης στην Κύπρο μέχρι και το 1967. Προς ενίσχυση της άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας για αντιμετώπιση της εντεινόμενης τουρκικής απειλής, το 1964 η κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου απέστειλε στην Κύπρο μία μεραρχία στρατού και Ελληνες αξιωματικούς για στελέχωση της Κυπριακής Εθνοφρουράς, η οποία ιδρύθηκε το ίδιο έτος, με αρχηγό τον Γεώργιο Γρίβα. Στις 7 Αυγούστου ξέσπασαν στην περιοχή της Τηλλυρίας αιματηρές συγκρούσεις, όταν η Εθνοφρουρά προσπάθησε να εξουδετερώσει τον θύλακα Μανσούρας – Κοκκίνων, που είχαν συγκροτήσει οι Τούρκοι με απώτερο στόχο τη δημιουργία προγεφυρώματος για μια ενδεχόμενη απόβαση στην Κύπρο. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, που κράτησαν τέσσερις μέρες μέχρι την 10 Αυγούστου, αεροσκάφη της Τουρκίας επιτέθηκαν με βόμβες ναπάλμ εναντίον θέσεων της Εθνικής Φρουράς, αλλά και κατοικημένων περιοχών, σκοτώνοντας και τραυματίζοντας δεκάδες άτομα.
Στις μάχες αυτές έλαβαν μέρος και δύο ακταιωροί, που είχαν αποσταλεί παράλληλα με τη μεραρχία. Τα πλοία λέγονταν «Φαέθων» και «Αρίων», και ήταν δωρεά από τον Αναστάση Λεβέντη στην Κυπριακή Δημοκρατία το 1964, με σκοπό να προασπίσουν τα βόρεια παράλια της Κύπρου από τυχόν τουρκικές αποβάσεις και άλλες παράνομες πράξεις, διότι η Κύπρος δεν είχε προστασία από τη θάλασσα. Τα καράβια ήταν γερμανικά, του 1935 και σε άσχημη κατάσταση. Δεν είχαν δύναμη να σταματήσουν κάποιο στόλο. Προσπάθησαν να τα επισκευάσουν στην Ελλάδα πολύ γρήγορα, με αποτέλεσμα φεύγοντας απο το ναυπηγείο να υπάρχουν ακομα ζημιές, κυρίως στο «Φαέθων». Τα πλοία εφτασαν στο νησί χωρίς σημαία, με ψεύτικα ονόματα, χωρίς ταυτότητα.. Τα πληρώματα των πλοίων ήταν Ελληνες. Στο καράβι «ΦΑΕΘΩΝ» υπηρετούσαν τρεία μόνιμα στελέχη από τους 23 που ηταν το πλήρωμα. Ο κυβερνήτης Ανθυποπλίαρχος Δ. Μητσάτσος, απόφοιτος της Σχολής Δοκίμων, δύο υπαξιωματικοί ενώ οι υπόλοιποι ήταν ναύτες που έκαναν τη θητεία τους.
Μόλις έφτασαν στο νησί, τα δύο πλοία ανήρτησαν την κυπριακή σημαία και αποτέλεσαν τη μοναδική ναυτική δύναμη της Κύπρου.
Αποστολή
Στις 7 Αυγούστου η Εθνική Φρουρά ενεπλάκη σε εχθροπραξίες στην περιοχή Μανσούρας – Κοκκίνων επειδή οι Τ/Κ είχαν τοποθετήσει φυλάκιο στο ύψωμα «Λωρόβουνος» και είχαν αποκόψει την ελεύθερη επικοινωνία δημιουργώντας ένα προγεφύρωμα ενώ στη συνέχεια άρχισαν να το επεκτείνουν προσπαθώντας να δημιουργήσουν ένα καντόνιο σαν χώρο αποβίβασης ή και τόπο απόβασης Τούρκων στρατιωτικών.
Παρά τη σύσταση των Σουηδικών δυνάμεων του ΟΗΕ οι Τ/Κ αρνήθηκαν να μετακινηθούν από το ύψωμα. Κλήθηκε τότε ο Διοικητής της Εθνικής Φρουράς να στείλει στρατεύματα στην περιοχή, προκειμένου να αποτρέψουν περαιτέρω Τουρκοκυπριακή προώθηση.
Με την έναρξη των εχθροπραξιών, στις 7 Αυγούστου, ημέρα Παρασκευή, τα περιπολικά ΦΑΕΘΩΝ και ΑΡΙΩΝ διετάχθησαν και έλαβαν μέρος στις επιχειρήσεις δι’ από θαλάσσης βομβαρδισμού των οχυρωμένων θέσεων των Τ/Κ.
Η μάχη
Την επομένη, Σάββατο 8 Αυγούστου το ΠΠ ΑΡΙΩΝ συνεχίζει τον βομβαρδισμό στον κόλπο της Χρυσοχούς (Δυτικά των Κοκκίνων), ενώ το ΠΠ ΦΑΕΘΩΝ παραμένει, λόγω βλάβης μίας κύριας μηχανής, ανατολικότερα, στην περιοχή Καραβοστάσι του κόλπου της Μόρφου. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας εκδηλώνεται σε όλη την περιοχή της Τηλλυρίας μεγάλης εκτάσεως Τουρκική αεροπορική προσβολή.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες το ΠΠ ΦΑΕΘΩΝ σαλπάρει και κινούμενο με ταχύτητα 7-8 κόμβων, ελίσσεται κοντά και ενδιάμεσα Αμερικάνικων εμπορικών πλοίων που βρίσκονταν στην περιοχή για να φορτώσουν μεταλλεύματα αμυνόμενο των Τουρκικών F100 με τον προβληματικό οπλισμό του.
Απόσπασμα απο συνέντευξη που έδωσε ο τότε κυβερνήτης και τραυματίας στην μάχη Δ. Μητσάτσος στον δημοσιογράφο Στέφανο Χελιδόνη.
«Ηρθαν τα αεροπλάνα και άρχισαν τις επιθέσεις. Η μάχη κράτησε αρκετή ώρα, διότι έκανα ελιγμούς ανάμεσα από κάτι αμερικανικά φορτηγά που ήταν εκεί για να φορτώσουν μετάλλευμα. Φαντάστηκα ότι οι Τούρκοι δεν θα χτυπούσαν γιατί θα έβλεπαν τις αμερικανικές σημαίες, αλλά οι επιθέσεις ήταν αγριότατες.
Ρίξαμε ένα αεροπλάνο και χτυπήσαμε ένα άλλο, που, νομίζω, προσγειώθηκε στην Τουρκία. Με μία μηχανή δεν μπορείς να χειριστείς το πλοίο καλά, γιατί δεν στρίβει εύκολα. Χάνει τις ελικτικές του δυνατότητες και την ταχύτητά του, η οποία δεν ήταν υψηλή, αλλά άλλο αν πηγαίνεις με οκτώ μίλια, και άλλο με δεκαεπτά.
Οχι ότι θα γινόταν τίποτα σοβαρό, αλλά θα ήταν πιο εύκολες οι κινήσεις μου για να αποφύγω περισσότερες ζημιές. Αρχισαν να σκοτώνονται άνθρωποι. Στην προσπάθειά μου να σώσω το υπόλοιπο πλήρωμα, σκέφτηκα ότι το καλύτερο θα ήταν να το κάτσω πάνω στην άμμο. Εκεί υπήρχε μια προβλήτα, όπου πουλούσαν το μετάλλευμα στα καράβια που περίμεναν να φορτώσουν.
Την ώρα που έδινα τη διαταγή να στρίψουμε, το καράβι δεν έστριβε. Κοίταξα στην τιμονιέρα και είδα ότι ο πηδαλιούχος είχε σκοτωθεί. Πήρα το πηδάλιο και μετά ήρθε δίπλα μου ο ύπαρχος, ο νοσοκόμος και κάποιοι άλλοι. Ενα αεροπλάνο, που ερχόταν πολύ κοντά με το νερό και δεν το είδε κανείς, έριξε μία ριπή στη γέφυρα και σκοτώθηκαν ο ύπαρχος, ο νοσοκόμος και ένας Κύπριος που ήταν μαζί μας, τραυματίστηκε κάποιος άλλος και πέρασαν οι σφαίρες μέσα από το χέρι μου.
Οπότε, στην έξαψη και με ένα χέρι, το έριξα στην παραλία και διέταξα εγκατάλειψη πλοίου. Οι άνθρωποι πήδηξαν στο νερό για να κολυμπήσουν κάτω από την προβλήτα, αλλά τα αεροπλάνα συνέχισαν τις επιθέσεις και στους ναυαγούς στη θάλασσα. Τελικά βγήκαμε έξω. Είπα στο πλήρωμα να βρουν αυτοκίνητο να μας πάνε σε νοσοκομείο. Πήγαμε.
Οι Τούρκοι έκαψαν το καράβι με βόμβες ναπάλμ, όπως και πολλούς ανθρώπους στις παραλίες εκεί στο καραβοστάσι «Ξερός». Από τους 23 μέσα στο πλοίο, σκοτώθηκαν οι δύο υπαξιωματικοί, τέσσερις ναύτες και ο Κύπριος. Είμαι ο μόνος επιζών αξιωματικός, που είμαι ανάπηρος, με κομμένο το δεξί χέρι.»
Έπεσαν ηρωικώς μαχόμενοι εις Όρμον Ξηρού Κύπρου, την 8η Αυγούστου 1964, επί του περιπολικού Φαέθων, διά την εκπλήρωση των προαιώνιων εθνικών πόθων. Αυτά τα λόγια αναγράφονται στους τάφους των έξι Ελλαδιτών αδελφών μας, που έπεσαν, εν ώρα καθήκοντος, υπερασπιζόμενοι την Κυπριακή Δημοκρατία. Ο τάφος του Κύπριου ήρωα βρίσκετε στην Μόρφου. Αιωνία τους η μνήμη.”