Ο ανοιχτός πόλεμος που έχει κηρύξει ο Αμερικανός Πρόεδρος Donald Trump στα παραδοσιακά media και η διασπορά ψευδών ειδήσεων –τα λεγόμενα fake news– ήταν από τα θέματα που κυριάρχησαν το 2017. Η συζήτηση, ωστόσο, για το πού βαδίζει η δημοσιογραφία έχει ξεκινήσει εδώ και μια εικοσαετία, από τη στιγμή που το Διαδίκτυο δημιούργησε με τους ρυθμούς του νέους όρους, που συνήθως απαντούν στη στρατηγική του copy paste. Η ερευνητική, όμως, δημοσιογραφία εξακολουθεί να φωτίζει σκιές, να αποκαλύπτει, να δίνει φωνή στους αδικημένους, να αντιπολιτεύεται, να ενημερώνει. Αφουγκραζόμενος, προφανώς, τα σημεία των καιρών μας, ο Steven Spielberg με τη νέα του ταινία The Post αφηγείται την ιδιαίτερη συνεργασία ανάμεσα στην πρώτη γυναίκα εκδότη εφημερίδας, Katharine (Kay) Graham (Meryl Streep), και στο συντάκτη Ben Bradlee (Tom Hanks), στην προσπάθειά τους να αποκαλύψουν και να δημοσιεύσουν στη Washington Post ένα τεράστιο σκάνδαλο από κυβερνητικά μυστικά τριών δεκαετιών τεσσάρων Αμερικανών Προέδρων. Η υπόθεση των «Φακέλων του Πενταγώνου» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως τα Wikileaks της δεκαετίας του ’70 και στο επίκεντρό της είχε μια γυναίκα σε έναν αμιγώς αντροκρατούμενο χώρο και το πείσμα της για την ελευθερία του Τύπου. Ποια όμως είναι η Kay Graham;

Το πλουσιοκόριτσο που τα είχε όλα (;)

Η Agnes E. Meyer, παιδί Γερμανών μεταναστών στη Νέα Υόρκη του 1860, έδειξε από την αρχή πως δεν θα συμβιβαζόταν εύκολα με τα οικοκυρικά. Αντίθετα από τις επιθυμίες του πατέρα της, φοίτησε με μερική υποτροφία στο φιλελεύθερο κολέγιο θηλέων Barnard College, στη Νέα Υόρκη. Πλήρωνε η ίδια τα υπόλοιπα δίδακτρα δουλεύοντας part time και μαζί με τις ζωγράφους Katharine Rhoades και Marion H. Beckett έμειναν στην ιστορία ως οι «Τρεις Χάριτες», προστατευόμενες του ριζοσπάστη φωτογράφου Alfred Stieglitz. Ατίθαση, περίεργη και ασυμβίβαστη, η Agnes μετά το κολέγιο ήταν μία από τις πρώτες γυναίκες δημοσιογράφους. Με τη δουλειά της αναδείκνυε τα προβλήματα των μεταναστών, των βετεράνων πολέμου, των Αφροαμερικανών. Το Παρίσι και η Σορβόνη ήταν ο επόμενος φυσικός σταθμός για φωτεινά μυαλά όπως εκείνη. Εκεί θα βρεθεί στο σαλόνι της Gertrude Stein και θα γίνει φίλη με τους γλύπτες Rodin και Brancusi, τη Marie Curie, το φιλόσοφο John Dewey και το φωτογράφο Edward Steichen.

«Χορηγός» της σε αυτό το ταξίδι θα γίνει ο μελλοντικός της σύζυγος. Ο κατά έντεκα χρόνια μεγαλύτερός της, χρηματοοικονομικός σύμβουλος Eugene Meyer. Τι δουλειά είχε η μαχητική δημοσιογράφος με έναν εκατομμυριούχο γόνο, με ένα golden boy της εποχής; Η Agnes πάντως θα ακολουθήσει τον Eugene στην Ουάσινγκτον, όπου αναλαμβάνει υψηλά κυβερνητικά αξιώματα (Πρόεδρος της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας). Μαζί θα κάνουν πέντε παιδιά και το 1933 θα αγοράσουν σε πλειστηριασμό έναντι 825.000 δολαρίων την εφημερίδα The Washington Post.

Σε όλη τους τη ζωή οι Meyer είναι πολύ απασχολημένοι. Κάνουν παρέα με τον Roosevelt και τον Thomas Mann,ταξιδεύουν, αγοράζουν έργα τέχνης και κρατούν το σπίτι τους στην περίφημη γειτονιά του Georgetown (εκεί που μένουν τώρα οι Obama) ανοιχτό για χορούς και τραπέζια. Ο χρόνος τους δεν είναι αρκετός για να δώσουν ουσιαστική σημασία στα παιδιά τους, που μεγαλώνουν με νταντάδες. Η Agnes ως μητέρα ήταν αυστηρή και απόλυτη, ειδικά με την τέταρτη κόρη της, Kay, που έδειχνε να υπολείπεται σε δυναμισμό από τα υπόλοιπα παιδιά. Η Kay μεγάλωσε στο ελεγχόμενο περιβάλλον της Ουάσινγκτον, μια εποχή που ολόκληρη η Αμερική άλλαζε, ενώ ο πλανήτης όδευε προς ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο. H Kay θα πάει φυσικά στο ιδιωτικό Madeira School, όπου ο πατέρας της είναι ένας από τους μεγάλους ευεργέτες, και κατόπιν στο ελιτίστικο Vassar College. Κι ενώ ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές της στο London School of Economics, υπάκουσε στις εντολές του πατέρα της και συνέχισε στο Κολέγιο του Σικάγο. Εκεί για πρώτη φορά αναμείχθηκε με ανθρώπους όλων των κοινωνικών και οικονομικών στρωμάτων κι έδειξε ενδιαφέρον για τις διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος, καλύπτοντας μάλιστα για την τοπική εφημερίδα τις απεργίες των λιμενεργατών. Ωστόσο, η πολιτική της θέση ήταν ξεκάθαρη και φρόντισε να ενημερώσει και τους αριστερούς συμφοιτητές της για αυτό όταν χρειάστηκε δηλώνοντας «υποταγή» στον καπιταλισμό.

Ο σύζυγος Phil Graham

Η Kay μπορεί να μην έκανε ποτέ την επανάστασή της απέναντι στους γονείς της, όμως, όπως και η μητέρα της, εξέπληξε τον κύκλο της όταν ανακοίνωσε τον έρωτά της για τον Phil Graham. Έναν αυτοδημιούργητο νέο από μια φτωχή οικογένεια της Βόρειας Ντακότας, που ενώ πήγε σε δημόσιο σχολείο βρέθηκε στο Χάρβαρντ να σπουδάζει οικονομικά και νομικά και από εκεί βοηθός του σεβάσμιου ανώτατου δικαστή Felix Frankfurter, στενό φίλο του Προέδρου Roosevelt. Η Kay αφέθηκε στη γοητεία ενός ανθρώπου που κέρδισε τα πάντα με το σπαθί του και εκείνος με το γάμο τους, το 1940, μπήκε στα σαλόνια της υψηλής κοινωνίας. Αυτό, όμως, που φάνηκε να είναι σωσίβιο για τον Phil έγινε με αυτό το γάμο αμέσως γροθιά στον εγωισμό του. Στα μάτια των περισσοτέρων δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ο γαμπρός του Eugene Meyer.

Η Washington Post

H κατάσταση θα βελτιωθεί όταν το 1946 ο Meyer θα παραδώσει στον άντρα της κόρης του την έκδοση της Washington Post. Ο ίδιος πλέον, ως πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, δεν μπορεί να διευθύνει και την εφημερίδα. Ο Phil αναγεννιέται. Αποδεικνύεται ταλαντούχος, με σωστό ένστικτο και φιλόδοξος. Μέχρι το 1954 η Post έχει γίνει η πιο ισχυρή εφημερίδα της πρωτεύουσας. Κι ενώ μέχρι την εκλογή του Eisenhower, το 1952, ακολουθεί την οικογενειακή παράδοση υποστηρίζοντας το ρεπουμπλικανικό κόμμα, αντιλαμβάνεται πως η μεταπολεμική Αμερική δεν έχει πια ανάγκη από συντηρητισμό. Η προσωπική του φιλία με τον John Kennedy ήταν φυσικά η αιτία. Με τη νίκη του στις εκλογές του 1961, το σπίτι των Graham γίνεται κέντρο υψηλών συναντήσεων και η Post (στο μεταξύ ο Phil αγοράζει και το πολιτικό περιοδικό Newsweek) η εφημερίδα που ανοίγουν πρώτη όλοι οι άνθρωποι του Κογκρέσου.

Η Kay από μια ντροπαλή νοικοκυρά μεταμορφώνεται σε λαμπερή οικοδέσποινα, για να δημιουργήσει έναν κύκλο που στα πολιτικά λόμπι θα μείνει στην ιστορία με το προσωνύμιο «the Georgetown set». Στενοί τους φίλοι είναι οι Kennedy, o γερουσιαστής της Νέας Υόρκης W. Averell Harriman, o αρθογράφος Joseph Alsop, o υπουργός εξωτερικών Robert McNamara, ο διπλωμάτης σύμβουλος του JFK McGeorge Bundy. H Κay συχνά ήταν η μοναδική γυναίκα σε αυτές τις συναντήσεις. Κι ενώ έδειχνε πως βαριέται, στην πραγματικότητα μάθαινε. Ωστόσο, προτιμούσε περισσότερο τις δικές της, πιο intellectual παρέες στη Νέα Υόρκη με το συγγραφέα Truman Capote, την πολιτική ακτιβίστρια Pamela Harriman, τη style icon σύζυγο του ιδιοκτήτη του CBS Babe Paley, την κοσμική ιταλίδα Marella Agnelli (της FIAT), τον πιανίστα Rudolf Serkin. Η παλιά συνεσταλμένη Kay, πλέον, δεν υπήρχε. Στη θέση της βρισκόταν μια γυναίκα με αυτοπεποίθηση, άποψη, που στεκόταν με την ίδια άνεση σε μια συνάντηση κορυφής και ένα κοσμικό πάρτι. Κατά μια τραγική ειρωνεία, έμοιαζε όλο και περισσότερο με τη μητέρα της, με την οποία πάντα βρισκόταν σε αντιπαράθεση.

Ο θάνατος του Phil

Καθώς το αστέρι της Kay ανατέλλει, εκείνο του Phil φαίνεται να χάνει τη λάμψη του. Είναι, πλέον, αλκοολικός, μιλάει άσχημα στη γυναίκα του, τη μειώνει, την προσβάλει. Η συμπεριφορά του είναι απρόβλεπτη και ευμετάβλητη. Για αυτό, όμως, δεν φταίει μόνο το αλκοόλ. Ο Phil Graham πάσχει από κατάθλιψη. Τα Χριστούγεννα του 1962 η Kay ανακαλύπτει πως ο άντρας της έχει παράλληλη σχέση με την Αυστραλή δημοσιογράφο του Newsweek, Robin Webb. Εκείνος παραδέχεται τα πάντα και αρχίζουν να σκέφτονται το διαζύγιο, το πρόβλημα, ωστόσο, είναι πώς θα χωρίσουν την περιουσία τους. Οι συζητήσεις δεν προχωρούν πολύ. Την επόμενη χρονιά ο Graham εμφανίζεται σε ένα συνέδριο του Associated Press, στην Αριζόνα. Στην ομιλία του κάνει απρεπή σχόλια, υπονοεί πως ο Πρόεδρος Kennedy έχει σχέση με τη ζωγράφο Mary Pinchot Meyer, ενώ αρχίζει να βγάζει τα ρούχα του. Ο προσωπικός του γιατρός μαζί με την Kay ταξιδεύουν εσπευσμένα με ιδιωτικό σκάφος στην Αριζόνα και μεταφέρουν τον Phil με ζουρλομανδύα στην ψυχιατρική κλινική Rockville, στο Μέριλαντ. Με την έξοδό του από το νοσοκομείο ανακοινώνει στην Kay πως θέλει διαζύγιο, πως σκοπεύει να παντρευτεί τη Webb, αλλά και να κρατήσει την εφημερίδα. Μέσα σε έξι μήνες έχει αλλάξει γνώμη. Διαλύει το δεσμό του και νοσηλεύεται εκ νέου, όπου επίσημα διαγιγνώσκεται με διπολισμό. Καθώς αισθάνεται καλύτερα, καταφέρνει να πάρει μερικές μέρες άδεια και να επισκεφτεί το εξοχικό τους στη Βιρτζίνια, όπου βάζει τέλος στη ζωή του.

H πρώτη γυναίκα εκδότρια

Δεν υπάρχει άνθρωπος από το στενό οικογενειακό, φιλικό ή επαγγελματικό κύκλο που να μη συμβουλεύει την Key Graham να πουλήσει τη Washington Post. «Αυτή δεν είναι δουλειά για γυναίκα» της λένε. Όμως εκείνη, όπως γράφει στη βραβευμένη με Πούλιτζερ αυτοβιογραφία της, Personal History, έχει διαφορετική άποψη: «Η εφημερίδα του πατέρα μου δεν θα περνούσε σε ξένα χέρια, όφειλα να συνεχίσω για χάρη των παιδιών μου».

Με την Key Graham εκδότρια η Washigton Post έγινε συνώνυμη της ελευθερίας του Τύπου, της ερευνητικής δημοσιογραφίας, της εμπεριστατωμένης αποκάλυψης.

Το 1971 η Αμερική κλυδωνίζεται από το σκάνδαλο των «Φακέλων του Πενταγώνου». Γραμμένοι από το στρατιωτικό αναλυτή Daniel Ellsberg, οι «Φάκελοι» καταδείκνυαν τους λάθος χειρισμούς της κυβέρνησης Johnson και τα ψέματα προς το κοινό και το Κογκρέσο για την αμερικανική στρατιωτική εμπλοκή στον Πόλεμο του Βιετνάμ, καθώς και την κλιμάκωση του πολέμου που ενορχήστρωσε η κυβέρνηση Nixon. Το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο των ΗΠΑ απαγόρευσε προσωρινά στους New York Times τη δημοσίευση των «Εγγράφων του Πενταγώνου», ενώ μαινόταν ο Πόλεμος του Βιετνάμ, εφαρμόζοντας για πρώτη φορά στην αμερικανική ιστορία «προληπτική απαγόρευση». Οι δημοσιογράφοι της Washington Post κατάφεραν να αποκτήσουν κι αυτοί αντίγραφα των απόρρητων εγγράφων. Παρά το κλίμα φόβου για τις τυχόν συνέπειες που θα είχε η δημοσίευσή τους από τη Washington Post, η Graham, ως εκδότρια, κλήθηκε να αποφασίσει αν θα το διακινδύνευε. Οι δημοσιογράφοι τής ζητούσαν να τα δημοσιεύσει, ενώ οι δικηγόροι τη συμβούλευαν να περιμένει. Η ίδια δεν δίστασε ούτε στιγμή. Όπως έγραψε αργότερα, «Φοβισμένη και γεμάτη άγχος, πήρα μια βαθιά αναπνοή και είπα: “Ας το κάνουμε, ας προχωρήσουμε, λοιπόν. Ας τα δημοσιεύσουμε”». Οι υποθέσεις και της Post και των Times εξετάστηκαν μαζί από το Ανώτατο Δικαστήριο και οι δικαστές αποφάσισαν στις 30 Ιουνίου του 1970 να άρουν την απαγόρευση της δημοσίευσης. Η Graham συνέβαλε στο θρίαμβο της ελευθεροτυπίας, ενώ σύμφωνα με τους αρθρογράφους της εποχής ήταν η πιο ισχυρή γυναίκα από την εποχή της βασίλισσας Βικτωρίας.

Σκάνδαλο Watergate

Η Graham ένα χρόνο μετά θα βρεθεί και πάλι απέναντι στην αμερικανική κυβέρνηση. Όταν οι ανερχόμενοι δημοσιογράφοι Bob Woodward και Carl Bernstein αρχίζουν να ασχολούνται εντονότερα με κάτι που δεν φαινόταν ως τίποτα παραπάνω από μια απλή διάρρηξη στο κτίριο Watergate, εκείνη τους υποστηρίζει. Και πάλι τα χτυπήματα εναντίον της ήταν σφοδρά. Ο Ελληνοαμερικανός αντιπρόεδρος του Nixon, Spiro Agnew, απομόνωσε από την κυβερνητική ενημέρωση τους ρεπόρτερ της εφημερίδας, ενώ διατεινόταν σε πολιτικούς κύκλους «πως έφτασε το τέλος της κυριαρχίας των σνομπιστών που κυριαρχούν στα media». Καθώς τα δημοσιεύματα συνεχίζονται, ο γενικός εισαγγελέας John Mitchell απειλεί on the record τον Bernstein, πως «η Katie Graham θα βάλει φωτιά στον κόρφο της αν δημοσιευτεί κάτι εναντίον μου». Εκείνη δεν πτοείται. Στο πλευρό της σύμμαχος ο μαχητικός διευθυντής της εφημερίδας Ben Bradlee, τον οποίο η ίδια προσωπικά έφερε στην εφημερίδα από το Newsweek. Μαζί θα ηγηθούν μιας σειράς δημοσιευμάτων που οδήγησαν στην αποκάλυψη του μεγαλύτερου πολιτικού σκανδάλου των ΗΠΑ και στην παραίτηση του Προέδρου Nixon. Τελικά αποδείχτηκε ότι η «μικρο-διάρρηξη» ήταν ένα σχέδιο κατευθυνόμενο από το Λευκό Οίκο, που αποσκοπούσε στη συγκέντρωση πληροφοριών για το δημοκρατικό κόμμα, ώστε να σπιλωθούν οι αντίπαλοι και να ανατραπεί η δημοκρατική διαδικασία. Η Washington Post ήταν η μοναδική εφημερίδα που κάλυψε την υπόθεση τόσο πολύ, χάρη στην επιμονή, το θάρρος και το ένστικτο της Graham, που διακινδύνευσε την περιουσία της και τη ζωή της για να έλθει στο φως η αλήθεια.

Μετά το Watergate πολλοί απογοητεύτηκαν από την Graham, που διατήρησε τις φιλικές της σχέσεις με τον Henry Kissinger και αργότερα με τους Reagan και πολύ αργότερα με τους Clinton. Aπογοήτευση ήταν και για το φεμινιστικό κίνημα της δεκαετίας του ’70. Οι γυναίκες που μάχονταν για εργασιακή ισονομία έβλεπαν στο πρόσωπο της Graham την κορυφαία εκπρόσωπό τους, ως τη μοναδική γυναίκα εκδότρια εκείνη την εποχή στις ΗΠΑ. Η Graham όμως δεν είδε ποτέ με καλό μάτι το κίνημα, αν και επί των καιρών της αναδείχτηκαν πολλές γυναίκες δημοσιογράφοι στην εφημερίδα. Για την Graham προείχε το καθήκον και η οικογένεια. Το 1991 παρέδωσε τα ηνία της Post στο γιο της, Don.

Δεν παντρεύτηκε ποτέ ξανά και με την απόσυρσή της από την εφημερίδα ξεκίνησε μια σειρά ταξιδιών. Έστελνε, μάλιστα, ανταποκρίσεις και συνεντεύξεις, όπως εκείνες με τον Mikhail Gorbachev, το βασιλιά του Ιράν, τον Muammar Gaddafi. Ήταν μάλιστα πολύ περήφανη για το τσεκ των 87,50 δολαρίων που εισέπραξε από το Newsweek ως αμοιβή για τη φωτογραφία του Gaddafi που τράβηξε και δημοσιεύτηκε.

Τα τελευταία χρόνια περνούσε τον περισσότερο καιρό της στην έπαυλή της στο Martha’s Vineyard προσκαλώντας επώνυμους και ανώνυμους φίλους στα περίφημα τραπέζια της. Μέχρι το άδοξο τέλος της ζωής της ήταν ακμαία, ενήμερη και ενεργή.

Υπέκυψε το 2001 στις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που προκλήθηκαν από πτώση σε δρόμο του Αϊντάχο. Ήταν 84 ετών και είχε μεταβεί εκεί για να παρακολουθήσει συνέδριο για επιχειρηματίες. Στην κηδεία της παρευρέθηκαν χιλιάδες κόσμου, ηγέτες κρατών, συνεργάτες και απλός κόσμος.

INFO

The Post: Απαγορευμένα Μυστικά

Στις 11 Ιανουαρίου στους κινηματογράφους, από την Odeon

Σκηνοθεσία: Steven Spielberg

Hθοποιοί: Tom Hanks, Meryl Streep, Alison Brie, Sarah Paulson, Carrie Coon, David Cross, Bruce Greenwood, Tracy Letts, Robert John Odenkirk.

Είδος: Δράμα